Γυναικεία Πνευματικότητα

Popular Posts

Popular Posts

Search This Blog

Total Pageviews

Thursday, July 12, 2012

Η Σοφία, η Σεκινά, η Εύα: μορφές τής Θεάς στην παράδοση τής Εγγύος Ανατολής











Η Σοφία τού Ιουδαϊσμού
και οι αρχές τής Αγίας τού Θεού Σοφίας - Γιαχβέ, Σεκίνα και Εύα




































    Ο Γιαχβέ, η Εβραϊκή θεότητα – μοναδικός, αρσενικός και τέλειος – ήταν ξένο σώμα γιά τούς κατακτημένους λαούς τής Χαναάν: αυτοί είχαν συνηθίσει να λατρεύουν μία Μητέρα Θεά που επέτρεπε τή σεξουαλική ελευθερία και τήν θεωρούσε μάλιστα μέρος τής λατρείας της. Παρά τίς βίαιες επιθέσεις τών Εβραίων προφητών ενάντια στή Θεά, εκείνη έμεινε ζωντανή στη λαϊκή λατρεία, και μάλιστα παρεισέφρησε στά ιερά κείμενα και στίς παραδόσεις τού Ιουδαϊσμού. Η ανακάλυψη κειμένων που αποδίδονται «στόν Γιαχβέ και στήν Ασεράχ του» οδήγησαν τούς Εβραίους στοχαστές και μελετητές στήν επανεκτίμηση τών κειμένων στά οποία «ο» Θεός μιλά διά στόματος Εφραίμ λέγοντας: «Είμαι η Ανάθ κι’ η Ασεράχ του.», δηλαδή η θεότητα που φέρνει τήν αφθονία και τή γονιμότητα. Σαφέστατα η Ασεράχ επιζούσε στή λαϊκή πίστη μέχρι τουλάχιστον τό 621 π.Χ., (οπότε ο Βασιλιάς Ιωσίας μεταρρύθμισε τή θρησκευτική τής Ιερουσαλήμ) και είχε γίνει η σύντροφος τού Ιουδαίου Θεού. Αναφορές στή Θεά απαντιούνται  στό Άσμα Ασμάτων και στό Βιβλίο τού Ησαΐα όπου, σε ένα σημείο ο Γιαχβέ αναφέρεται με μιά λέξη θηλυκού γένους. Υπάρχουν επίσης αναφορές στόν Γιαχβέ ως μητέρας, οι οποίες εξηγήθηκαν εκ τών υστέρων ως αντανάκλαση τής θέσης τού Θεού ως όντος που διαπερνά τό γένος. Ο Γνωστικισμός[i] προχωρά αυτή τήν υπόθεση ακόμη περισσότερο, προτείνοντας ότι η θεότητα συνδυάζει τό θηλυκό και τό αρσενικό και πως η πνευματική πορεία τής ανθρωπότητας έχει άμεση σχέση με τήν προσπάθεια τού ανθρώπινου γένους να συνδυάσει τά δύο στοιχεία.
   Σε μια παρωδία τής ιερογαμίας, η αρχετυπική Θεά περιλήφθηκε στά ιερά κείμενα τών Εβραίων ως σύμβολο τού Ισραήλ και περιγραφόταν ως αμαρτωλή, πόρνη, καταστροφική μορφή που συνεχώς απατούσε τόν σύζυγό της, τόν Γιαχβέ.

 Όμως η Ιουδαϊκή θηλυκή θεότητα με τήν μεγαλύτερη διάρκεια αναφέρεται, έστω και καλυμμένα, στίς Παροιμίες, όπου διαφαίνεται μία σκιώδης μορφή γυναικείας σοφίας – μία σύντροφος που είναι παρούσα από τήν αρχή, από τή δημιουργία δηλαδή τού κόσμου. Σαφέστατα πρόκειται γιά μιάν αναφορά στή Θεά, τή «σύζυγο» τού Γιαχβέ, που εμφανίζεται και σε άλλα ιερά κείμενα τών Εβραίων εκτός τής Βίβλου. Σύμφωνα με τό Ταλμούδ, η Θεά ήταν μία ξεκάθαρη εκδήλωση τού Θεού και η παρουσία της δεν ήταν απλώς αισθητή διά τού πνεύματος, αλλά συχνά τήν άκουγαν και τήν έβλεπαν. Τό Μιντράς τήν αναγνώριζε ως διάμεσο τών ανθρώπων στόν Θεό και τό Ταλμούδ  επιβεβαίωνε αυτή τή θέση. Όμως αυτή η θηλυκή μορφή είχε θέση σπουδαιότερη από τίς υποστάσεις (τά πλάσματα που εκτελούσαν τά θελήματα τού Θεού και αποκάλυπταν τίς οδηγίες του):  ως Σοφία – γνωστή και με τά ονόματα Σεκίνα και Χόκχμα -  αντιμετώπιζε τόν Θεό ισότιμα, συμβουλεύοντάς τον και, μερικές φορές, επιτιμώντας τον έντονα.
  Σύμφωνα με διάφορες περιγραφές, τό σώμα της εκτεινόταν εκατομμύρια μίλια και η λαμπρότητά της έκανε τούς αγγέλους  να αποστρέφουν τά μάτια, όμως μπορούσε να γίνει μικροσκοπική και αόρατη. Ένα ραβίνος τήν σύγκρινε με τή θάλασσα, που δεν μειωνόταν αν έμπαινε σε μια σπηλιά και τή γέμιζε. Η Σεκίνα μπορούσε να ζει στό Ναό τής Ιερουσαλήμ, αλλά και κυκλοφορούσε και ανάμεσα στίς φυλές και συμβόλιζε τό Ισραήλ και τόν λαό του. Ήταν ορατή μόνο στά τέκνα τού Ισραήλ και ένα μέρος τού ρόλου της ήταν να γιατρεύει και να παρηγορεί.
   Στήν Εβραϊκή Γνωστική παράδοση, η Σεκίνα δημιούργησε τόν κόσμο και τόν πρώτο άνθρωπο, αλλά, καθώς οι διαδοχικές γενιές τών ανθρώπων, από τόν Αδάμ ως τούς Σοδομίτες, ήταν όλο και πιο αμαρτωλές, υποχωρούσε σταδιακά μέχρι που κατέφυγε στόν έβδομο (τόν πιο μακρινό) ουρανό (όπως  και η Ινάννα, η γνωστότατη Σουμεριακή θεά, που η λατρεία της είχε απλωθεί σε ολόκληρη τή Μέση Ανατολή, ταξίδεψε στήν έβδομη πύλη τού Άδη). Η προσωποποίηση τής Σεκίνα έχει εν μέρει αποδοθεί στην Αραμαϊκή Βίβλο τήν τιτλοφορούμενη Targum Onkelo , που αντικαθιστά τό ιουδαϊκό ρήμα «κατοικώ» σε όλες τους τίς κλίσεις με τήν έκφραση «Η Σεκίνα μου κατοικεί». Ουσιαστικά η Σεκίνα – Σοφία ήταν μία προβολή τής ανάγκης γιά μια θηλυκή θεότητα, που διέθετε όσα στοιχεία δεν είχε η αρσενική θεότητα. Έχει γραφτεί ότι ο Μωυσής έπαψε να κάνει έρωτα με τή γυναίκα τού διότι η Σεκίνα ήταν εράστριά του κι’ όχι διότι απλώς ήθελε να αποκαθαρθεί γιά να επικοινωνήσει μαζί της.
   Ως Θεά λατρευόταν με τή μορφή τής Σοφίας που ήταν η ασώματη σύντροφος τού Γιαχβέ, οντότητα που δύσκολα οι άνθρωποι μπορούν να γνωρίσουν. Όμως όταν εκδηλώθηκε στή Γένεση ως αληθινή γυναίκα, ως Εύα, τής αφαιρέθηκε κάθε θεϊκό στοιχείο. Η ιστορία πως η Εύα δημιουργήθηκε από τό πλευρό τού Αδάμ είναι πιθανώς παραφθορά ενός αρχαίου Μεσοποτομιακού μύθου, όπου η Μητέρα Θεά Νινχουρσάγκ γιάτρεψε τό πλευρό τού νεροθεού Ένκι, καθώς δημιουργούσε τή Θεά Νιν-Τι (που σημαίνει Κυρά τού Πλευρού και Κυρά που Δίνει Ζωή). Η Νιν-Τι έγινε η προστάτισσα τής γέννας, δημιουργώντας βρέφη in utero από τά πλευρά των μελλοντικών τους μητέρων. Αν και η λέξη Εύα σημαίνει «Μητέρα κάθε Ζώντος», τήν αντιμετώπιζαν περιφρονητικά ως πηγή κάθε κακού και διαφθορέα τών αντρών, κι’ αυτές τίς ιδιότητές της πίστευαν πως τίς κληροδότησε σε όλες τίς θνητές γυναίκες. Είναι, όμως χαρακτηριστικό ότι στήν άλλη της Βιβλική μορφή, ως Σεκίνα, τό αμάρτημα τής Εύας είναι ο πόθος της γιά γνώση. Η Πτώση είναι τό σύμβολο τού εξανθρωπισμού της. Ήταν η πράξη τής Εύας που εισήγαγε τόν θάνατο όχι ως προοίμιο τής αναγέννησης, όπως θεωρείται στίς θρησκείες τής Θεάς, αλλά ως τρομαχτικό σταμάτημα τής ζωής. Και επειδή η Θεά είναι η ενσωμάτωση ολόκληρης τής Φύσης, εξέπεσε με τούτη τήν ερμηνεία τού θανάτου, και ολόκληρη η Φύση.
   Πιο αποκαλυπτικός γιά τή μοίρα τής Σοφίας στήν πατριαρχία είναι ο ελληνικός μύθος:  οι Τιτάνες, οι Γίγαντες και τά άλλα «τερατώδη» παιδιά τής Γαίας μπορούν να ερμηνευθούν ως προσωποποιήσεις τών καταστροφικών δυνάμεων τής Φύσης. Η μάχη ανάμεσα στά καταστροφικά και τά δημιουργικά στοιχεία ήταν αναγκαία γιά να υπάρξει αναγέννηση. Ο Δίας, απόγονος τής Γαίας, κατόρθωσε να πάρει τήν εξουσία βοηθούμενος από τήν πρώτη του σύζυγο, τή Μήτιδα ( Μήτις σημαίνει τήν εξυπνάδα, τή σοφία και τήν πονηριά), κατόπιν τήν κατάπιε και παντρεύτηκε τή Θέμιδα (τό Δίκαιο δηλαδή, που ήταν η Θεά τής φυσικής τάξης) και γέννησαν τίς Ώρες (που κρατούν τήν ισορροπία τού χρόνου), τή Δίκη (τή Δικαιοσύνη) και τήν Ειρήνη. Γιά τήν πατριαρχική και ανδροκεντρική θρησκεία που επικράτησε γιά λίγα χρόνια στήν κεντρική Ελλάδα, η Θεία Δίκη σήμαινε τήν επικράτηση τού Δία, τών Δωριέων και τών καινούριων οικονομικών σχέσεων που επέβαλλαν οι εισβολείς.
   Άλλη μία μορφή τής Σοφίας και τής Σεξουαλικότητας, μία μορφή δηλαδή που αναφαίνεται ξανά στήν εποχή τών Γνωστικών, είναι η Σουμεριακή Λιλιτού που εμφανίζεται στίς Ιουδαϊκές παραδόσεις ως Λίλιθ: δημιουργήθηκε είτε ως τό «έτερον ήμισυ» τού Αδάμ, είτε από τό σπέρμα του που ήταν, λένε οι παραδόσεις, βρωμερό, και όχι από χώμα. Έχασε τήν εύνοια τού Γιαχβέ όταν ζήτησε να «είναι από πάνω» όταν έκανε έρωτα με  τόν Αδάμ και αρνήθηκε πως ήταν κατώτερή του. Επί πλέον – και ίσως αυτό να ήταν χειρότερο – ανακάλυψε τό κρυφό όνομα τού Γιαχβέ και έτσι μπόρεσε να απαιτήσει να έχει φτερά που θα τής επέτρεπαν να πετάξει μακριά από τόν παράδεισο και να ζήσει ελεύθερη σε μια θαλασσινή σπηλιά. Όμως τό τίμημα ήταν ότι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τά παιδιά της.
   Με τήν καινούρια της μορφή έσμιξε με τόν θαλασσινό δαίμονα Ασμοδαίο  και γεννούσε απ’ αυτόν εκατοντάδες τέρατα καθημερινά  Χωνόταν και στά κρεβάτια τών αντρών τίς νύχτες και τούς έκανε να έχουν ρεύσεις στόν ύπνο τους  κάνοντας έτσι τό σπέρμα τους να πηγαίνει χαμένο, ή έμενε από τό σπέρμα αυτό έγκυος και γεννούσε ακόμα περισσότερους δαίμονες γιά να εκδικηθεί γιά τήν απώλεια τών ουράνιων παιδιών της.
    Η Εβραϊκή προσπάθεια να κατασταλεί  η παρουσία τής Θεάς δεν σταμάτησε στήν εκμηδένισή της, που περνούσε μέσα από τήν εξίσωσή της με τό κακό. Χρειάστηκε, όπως και με τόν Χριστιανισμό αργότερα, να καταγγελθεί, όπως φαίνεται καθαρά και από τήν ιστορία τής Λίλιθ η σεξουαλική της πλευρά. Έτσι, όταν οι Εβραίοι εισέβαλαν στή Χαναάν, επέβαλαν νόμους που απογύμνωναν τήν ιερή πορνεία από τό παλιότερο κύρος της και τό δικαίωμα τής ιερής πόρνης στήν ατομική περιουσία και στή διάθεση τών αγαθών της σε όποιους κληρονόμους ήθελε, δικαίωμα που κατείχε, όπως μαρτυρούν τά διασωθέντα Σουμεριακά αρχεία, από πολύ παλιά. Έτσι, εκείνοι οι ναοί όπου υπηρετούσαν οι ιερές πόρνες έγιναν, από τόποι ελευθερίας και χαράς,  ακριβώς τό αντίθετό τους. Οι άντρες πήγαιναν να προσευχηθούν γιά διεύρυνση τής πνευματικότητάς τους και γιά απελευθέρωση από τίς χαρές τίς σάρκας, στούς ίδιους χώρους όπου στό παρελθόν είχαν λατρέψει τή συνουσία. Η σεξουαλική δραστηριότητα τών γυναικών δεν αντιμετωπιζόταν πιά ως διαδικασία κάθαρσης και ένωση με τή θεια ουσία και οι ιερές πόρνες, οι αντιπρόσωποι τής Θεάς, θεωρούνταν πιά καταδικασμένες. (Εννοείται πως, σύμφωνα με τήν καινούρια κυρίαρχη αντίληψη, δέν διέθεταν οι ίδιες καμιάς μορφής πνευματικότητα και γι’ αυτό δέν ήταν απαραίτητη γι’ αυτές η αντίστοιχη προσευχή)
   Έτσι οι Ιουδαϊκοί ναοί αποκαθάρθηκαν από τήν θηλυκή ενσάρκωση τής θεϊκότητας, αλλά ακόμη και μετά απ’ αυτόν τόν βίαιο εξοστρακισμό τους, παρέμειναν θηλυκά στοιχεία με τή μορφή τής Σοφίας που κάποτε ήταν γνωστή ως πορνική – κι’ αυτό εθεωρείτο ευλογία στά χρόνια πριν από τήν κατάκτηση τής Χαναάν. Στό βιβλίο τών Παροιμιών η Σοφία μιλά γιά τή δημιουργία τού κόσμου και θυμάται τή γειτνίασή της με τήν αρσενική θεότητα  που «χαιρόταν στά κατοικήσιμα μέρη τής γης» και δηλώνει: « η απόλαυσή μου βρίσκεται στούς γιούς τών ανθρώπων.» Αυτό θα μπορούσε να είναι μια καλυμμένη αναφορά στήν ιερή πορνεία, αν και λίγο πιο κάτω στό ίδιο κείμενο η Ιστάρ αποκαλείται μεγάλη πόρνη, όπως και η Βαβυλώνα, η πόλη τήν οποία προστατεύει, και στιγματίζεται ως τό χείριστο είδος πειρασμού που πλανά τούς άντρες με σκληρότητα.
   Η κατοχή τής σοφίας – τής μυστικής γνώσης, με άλλα λόγια – υπήρξε συχνά παρηγοριά γιά τούς κυνηγημένους. Ο εβραϊκός συμβολικός μυστικισμός που έγινε γνωστός ως Καμπάλα ανεφύη τόν Μεσαίωνα και έγινε μαζικό κίνημα μετά τόν διωγμό τών Εβραίων από τήν Ισπανία τό 1492. Η matronit, η Κυρά – Μητέρα, είχε ήδη εξελιχθεί στην πιο αγαπητή και δημοφιλή εκδήλωση τής Σεκίνα και, σαν τό alter ego της, τήν Παρθένο Μαρία, έκανε θαύματα και λατρευόταν γιά τή χάρη και τήν αφθονία που χάριζε στους πιστούς. Παραδιδόταν ότι ενώ ο Θεός αποσύρθηκε μετά από τήν καταστροφή τού Ναού τής Ιερουσαλήμ, η Κυρά-Μητέρα έμεινε με τά παιδιά της στή γη.
   Σύμφωνα με τό Zohar, ένα εβραϊκό μυστικιστικό κείμενο τού 13ου αιώνα, η Σεκίνα ήταν τό τέταρτο στοιχείο τού καβαλιστικού  τετραγράμματος, που συμβολίζεται από τά τέσσερα γράμματα τού ονόματος τού Θεού, τά YHWH: τό Υ συμβολίζει τόν πατέρα -σοφία, τό Η τή μητέρα -κατανόηση, τό W τόν γιο -κάλλος και τή Η τήν κόρη -βασιλεία. Η ίδια η matronit ήταν μία μορφή με τέσσερις πλευρές -χαρακτήρες, που μπορεί να συγκριθεί με τήν Θεά τής Μέσης Ανατολής στις διάφορες μορφές της. Είναι παρθενική και πορνική, μητρική και καταστροφική. Οι περιγραφές τήν ανάγουν σε μυθική – συμβολική – φαντασιακή μορφή: αγνή, μέχρι ο ικέτης να τής ξυπνήσει τόν πόθο γιά πρώτη φορά και να τήν μετατρέψει σε πόρνη γιά να ικανοποιήσει τόν δικό του πόθο, αλλά εκείνη επιστρέφει στην αγνή της φύση όταν ο ικέτης δεν είναι παρών. Εκπληρώνει τόν πόθο του γιά παρηγοριά και τόν προστατεύει. Όμως η επίδραση τού τετραγράμματος και τού συμβολισμού του είναι ακόμη κυριαρχικά παρούσα στην κουλτούρα που επιβάλλει τήν γλυκύτητα στις γυναίκες, τήν εξουσία στις κόρες, όπως γινόταν μέχρι πρόσφατα με τό μητρογραμμικό κληρονομικό δίκαιο (δες Έλυμπος Καρπάθου και Νάξος), στην Χριστιανική Υμνολογία (ποιός δέν έχει ψάλλει τό θαυμάσιο Ο ωραίος κάλλει των Εγκωμίων τής Μεγάλης Παρασκευής που περιγράφει τόν Υιό;) και στην παντογνωσία τού πατέρα στην οικογένεια, που έφτανε να τόν κάνει – αυτόν και μόνον!- ειδικό ακόμη και στα ψώνια γιά τό σπίτι μέχρι πρόσφατα ακόμη.
  Οπωσδήποτε   ο Εβραϊσμός δεν ήταν τό μόνο θρησκευτικό κίνημα που θεώρησε τή Σοφία τού Θεού ως άλλη μια μορφή τής θεότητας, όπως φαίνεται και από τίς παραπάνω παρατηρήσεις. Η επίδραση αυτή δέν έχει σχέση με τήν καθημερινή ζωή μόνο και με τό κληρονομικό δίκαιο: η μεγάλη εκκλησία τής Κωνσταντινούπολης , η πιό διάσημη τής Ορθοδοξίας, είναι σ’ αυτήν αφιερωμένη. Είναι πολύ γνωστό εξ άλλου τό έργο τού Βοιήτιου, ρωμαίου φιλόσοφου (περίπου 470 – 524), με τίτλο Η Παρηγοριά τής Φιλοσοφίας. Σ’ αυτό περιγράφει πώς, καθώς ήταν φυλακισμένος και περίμενε να εκτελεστεί, τόν επισκέφθηκε η Σοφία, δηλ. η προσωποποίηση τής φιλοσοφίας, και τόν δίδαξε πως όλα τά πράγματα, ακόμη και ο θάνατος, εξυπηρετούν ένα μεγαλύτερο αγαθό.



















       Οι Φρύγες με λένε Πεσσινούντικα, μητέρα των Θεών, οι Αθηναίοι με φωνάζουν Κεκροπία Άρτεμη, γιά τούς  νησιώτες τής Κύπρου είμαι η Παφία Αφροδίτη, γιά τούς τοξότες τής Κρήτης είμαι η Δίκτυννα, γιά τούς τρίγλωσσους Σικελούς είμαι η Περσεφόνη, και γιά τούς Ελευσίνιους είμαι η αρχαία Μητέρα τους τού Καλαμποκιού. Μερικοί με ξέρουν ως Ήρα, άλλοι ως Μπελλόνα των μαχών, άλλη ως Εκάτη… αλλά οι Αιγύπτιοι και οι Αιθίοπες, που ξέρουν καλά τήν αρχαία γνώση… με φωνάζουν με τό αληθινό μου όνομα, δηλαδή Βασίλισσα Ίσιδα.
Απουλήιου, Ο Χρυσός Γάιδαρος
(αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα με ήρωα τόν Λούκιο, στον οποίο
εμφανίζεται η Ίσις και τού λέει τά παραπάνω λόγια)

    Από τά παλαιολιθικά χρόνια και μέχρι τήν άνοδο ΄τής πατριαρχίας, οι μύθοι γιά τήν  κοσμογονία παραμένουν οι ίδιοι: σε όλες σχεδόν τίς κοσμογονίες, πριν ακόμα υπάρξει ο κόσμος, υπήρχε μόνον τό αρχέγονο υγρό (ίδιο, συχνά, με τό αμνιακό) και από κει η θεό δημιουργεί εαυτήν  αρχικά και τόν κόσμο αμέσως μετά.
Οι περισσότερες κοσμογονίες βλέπουν τήν αρχή τού κόσμου ως χάος (που σημαίνει γιά τούς αρχαίους Έλληνες και τό σπήλαιο – δεν είναι σαφέστατη πιά η σχέση ανάμεσα στη μήτρα, τό χάος, τό κοσμικό  και τό αμνιακό υγρό, αλλά και τό επέκεινα;), ή ως σκοτεινό, άμορφο, διάστημα, που συχνά αποκαλείται αρχέγονο υγρό.
   Από κει ορθώνεται η πρώτη συνείδηση, που βάζει τάξη στον κόσμο: είναι η Θεά, τό Εν και τό Παν που συνυπάρχουν, η οντότητα που υπήρχε ανέκαθεν. Σώμα της είναι η γη, στην οποία μετέχει κάθε ύλη, ενόργανη ή ανόργανη.

   - Η Θεά χορεύει πάνω στό χάος, όπως η δική μας Ευρυνόμη, και γεννά τό κοσμικό αυγό κι’ από τούτο πάλι δημιουργείται ο πρώτος Όφις που σμίγει μαζί της, γιά να φτιάξουν τόν υπόλοιπο κόσμο.
-  η Όγια, θεά των Αφρικανών, που οι σκλάβοι τήν μετέφεραν στη Νότια και τή Βόρεια Αμερική, λατρευόταν σαν δημιουργός τού κόσμου στα ποτάμια και στις λίμνες
-  η Αστάρτη, που τ’ όνομά της σημαίνει μήτρα (Αστορέθ στα Εβραϊκά) είναι η προστάτισσα τής Σιδώνας ως Παρθένα τής Θάλασσας, τήν πρωτοσυναντάμε σε Σουμεριακή επιγραφή τού 1750 π.Χ. αλλά και στις Εβραϊκές Γραφές, όπου τό όνομά της μεταφράζεται ως «άλσος» και τήν παριστούν ως Δέντρο τής Ζωής (όπως και τήν Παναγία τήν παριστούν ως Ρίζα Ιεσσαί) και ως Κυρά που Διασχίζει τή Θάλασσα, αλλά και ως Μητέρα των Θεών. Πραγματικά είχε τουλάχιστον 70 παιδιά, κι’ ανάμεσά τους ήταν και η Ασεράχ, που πολλοί μελετητές τήν θεωρούν άλλη μορφή τής ίδιας της τής μητέρας, ή συνώνυμο τής κόρης τής Ανάθ, που είχε σύζυγο τόν Βάαλ.
    Μα  είναι κι’ άλλες Θεές που κρατούν τή συνέχεια τού κόσμου όπου τό  παν  είναι ένα ζεύγος αντιθέτων: χάος και τάξη, σκοτάδι και φως, υγρό και ξηρό κ.λ.π., και όλα εμπεριέχονται στη δημιουργό, στη γενεσιουργό αιτία τού κόσμου. Και όλα είναι τρεις κόσμοι: τό εδώ, τό πάνω και ο άλλος κόσμος., όπως και η Θεά έχει τρία πρόσωπα: τής νέας, τής πανσέληνης ώριμης και τής γριάς που συμβολίζει ή/και προοιωνίζει τόν θάνατο. Συχνά η Θεά ταξιδεύει στον άλλο κόσμο γιά να σώσει τόν γιο ή τόν εραστή της και επιστρέφει έχοντας μάθει τή σημασία τής ισορροπίας, τής τάξης και τής συνέχειας: Η Χι’ άκα, γιά παράδειγμα, φέρνει στό φως τόν εραστή της Λόχιαου, που τόν έχει σκοτώσει η φοβερή Πέλε, θεά των ηφαιστείων. Στό ταξίδι της στον άλλο κόσμο, βλέπει τά κοσμικά νερά, που τά κρατά σε έλεγχο μια πύλη: αν ανοίξει τήν πύλη, τά νερά θα καταστρέψουν τά ηφαίστεια τού κόσμου. Μα δεν τό κάνει, γιατί η εκδίκηση διασπά τήν ισορροπία τού κόσμου. Αντίθετα οι αρσενικοί θεοί ή ήρωες παραβαίνουν τούς νόμους που διέπουν τόν κόσμο και χάνουν τό παν – αυτό παθαίνει ο δικός μας βάρδος Ορφέας κι’ ο Γιαπωνέζος θεός Ιζανάγκι.
   Όλα γιά τή Θεά είναι συνέχεια αδιάσπαστη, ταξίδι αέναο, γι’ αυτό και ο θάνατος δεν είναι τέρμα, ούτε η γέννα αρχή, όλα είναι φάσεις τής ίδιας συνέχειας.
     Καθώς είπαμε, ο κόσμος πλέει στα αρχέγονα νερά γιά τούς αρχαιότατους πολιτισμούς.
     Τό ίδιο τό νερό, που είναι η Θεά, μερικές φορές φτιάχνει τόν κόσμο. Πιο σπάνια, μια δημιουργική ενότητα, που συνυπάρχει με τή Θεά, συμμετέχει στη δημιουργία του. Αυτό αντανακλάται στό χριστιανικό βάφτισμα, που συμβολίζει τήν αναγέννηση, τήν αδιάσπαστη συνέχεια τού κόσμου, ενώ η κολυμπήθρα συμβολίζει τή μήτρα τής Παναγίας – μια αναφορά ακόμα στην Αστάρτη και στη δική μας Αφροδίτη.
-                     στην Ιαπωνία, η θεά Ιζαμάνι και ο σύντροφός της Ιζανάγκι δημιουργούν τή γη και μετά γεννούν τά παιδιά τους, που είναι οι αστερισμοί και τά στοιχεία.
-                     στην Αριζόνα οι Ινδιάνοι Χόπι πιστεύουν πως δύο θεές, διαλογιζόμενες με τό ουράνιο τόξο, έφτιαξαν τή γη.
-                     στη Νιγηρία η Γεμενιά, θεά τού θαλασσινού και τού γλυκού νερού, κοιμήθηκε με τόν αδελφό της τό χώμα και γέννησε τόν ήλιο. στη Βραζιλία, ΄όπου μετέφεραν τή λατρεία τής θεάς οι μαύροι σκλάβοι, ακόμα τήν γιορτάζουν στό θερινό ηλιοστάσιο.
-                     Η Ακκάδια Τιαμάτ, που συμβολίζει (ή συμβολίζεται από) τό θαλασσινό νερό, και ο Αψού (τό γλυκό νερό) δημιουργούν τούς θεούς που έμειναν μέσα στό σώμα της( και κει πολεμούσαν γιά τήν κυριαρχία, μέχρι που ο Αψού αποφάσισε να τούς σκοτώσει. Όμως τά παιδιά τής Τιαμάτ έμαθαν τό σχέδιό του και ο Έα, που σημαίνει Γήινη Σοφία, τόν σκότωσε. )
-                     στις όχθες τού Νείλου η Ίσις περιγράφεται ταυτόχρονα ως μητέρα τού κόσμου και ως παιδί τού Θεού τής γης Γκεμπ.
   Όμως, μιάς και κάθε στοιχεί τής φύσης έχει τό θεϊκό του πνεύμα, έτσι και τά ποτάμια έχουν τίς θεές τους που είναι ανεικονικές, ζωοδότειρες, και μερικές φορές μεταμορφώνονται σε θνητές γιά να σμίξουν με ανθρώπους – τέτοιες είναι η Γκάνγκα των Ινδιών (τί ομοιότητα με τόν μεγάλο ποταμό Γάνγκη!), η Μπόαν των Ιρλανδών, η Όα των Αφρικανών Γιορούμπα. Στους Κέλτες τά ποτάμια συμβολίζουν τή θεά επειδή δίνουν ζωή, γονιμοποιώντας τή γη, αλλά και παίρνουν τή ζωή με τίς πλημμύρες τους. Έτσι συχνά ρίχνονται στεφάνια κι’ άλλες προσφορές Στους ποταμούς γιά να τούς κατευνάσουν.
   Τά ποτάμια δεν είναι μόνο σύμβολα τής θεάς. Γνωρίζουν ή/και κρατούν κρυμμένα τά μυστικά τής ζωής και τού θανάτου, είναι σοφά και ικανά να κρίνουν και να δικάζουν. Έτσι η Στύγα, πηγή και ποταμός, κόρη τού Ωκεανού και τής Τιθύος, χωρίζει τόν κόσμο των ζωντανών από τόν Άδη, αποκαθαίρει με πόνους και βάσανα τούς αμαρτωλούς και τούς αποδίδει καθαρούς στό επέκεινα.. παρόμοια, η Βαβυλωνιακή Νανσέ, ποταμοθεά, κρίνει και δικάζει κι’ αυτή και ερμηνεύει τά όνειρα. Γιά  να τήν τιμήσουν τής αφιέρωναν το πανηγύρι τής Πρωτοχρονιάς.
     Επειδή οι ποταμοθεές σχετίζονταν με τή γονιμότητα, συχνά παριστάνονταν με κέρατα ή/και συμβολίζονταν από αγελάδες, όπως η Ιρλανδή Μπόαν και η Σουηδή Αουθομπάλα , που μετέτρεψε τούς πάγους σε τέσσερις ποταμούς , η Αιγύπτια Χαθώρ και η δική μας Ιώ.
     Όσο γιά τίς θαλασσινές θεές, οι πιο γνωστές είναι η Ίσις και η Αφροδίτη.
      Η Ίσις είναι η ίδια η θάλασσα, ή, κατ’ άλλους,  γεννήθηκε από τή θάλασσα όπως κι’ η Αφροδίτη.
      Η σχέση ανάμεσα στη σελήνη και τίς παλίρροιες οδήγησε στον συσχετισμό των σεληνιακών θεαινών με τόν ωκεανό και τήν εξουσία πάνω του. Έτσι βλέπουμε τή θεά – μισοφέγγαρο, τή λευκή θεά, τή θεά με τά  κέρατα, ή τή γελάδα – θεά να παντρεύονται τόν ωκεανό ή τόν ταύρο, που είναι σύμβολό του,  που συχνά είναι γιός κι’ εραστής της ταυτόχρονα. Ο ταύρος είναι γιά μας σύμβολο τού Ποσειδώνα, που συχνά τού παίρνει τήν εξουσία απ’ τά χέρια ο Δίας: έτσι είναι αυτός σε έναν άλλο μύθο που παίρνει στην πλάτη του τή λευκή θεά Ευρώπη γιά να τήν παντρευτεί στα βάθη τής Ηπείρου που παίρνει τό όνομά της.
      Από τήν  άλλη πλευρά, η Αφροδίτη, που ίσως είναι συγγενής τής Κυράς τής Θάλασσας Ασεράχ, δημιουργήθηκε όταν τό σπέρμα τού ευνουχιζόμενου Κρόνου έπεσε στη θάλασσα και ούριοι άνεμοι τήν έφεραν στην Κύπρο ή στα Κύθηρα που ερίζουν γιά τήν καταγωγή της. Έμεινε πάντα ατίθαση σαν τή μάνα της, τή θάλασσα – μήτρα. Ίσως έγινε θεά τού πόθου επειδή κι’ αυτός είναι απρόβλεπτος, συντριπτικός και μυστηριώδης.
      Με τά χρόνια οι θαλασσοθεές εκπίπτουν τού κεντρικού τους ρόλου  στην κοσμογονία και στό παγκόσμιο πάνθεο και χάνουν τήν παντοδυναμία τους. Καταντούν σειρήνες, που βάζουν σε πειρασμό τούς ναυτικούς, ξωτικά των νερών και γοργόνες επικίνδυνες ή απλώς γοητευτικές, αλλά, όπως η γοργόνα Ραν των Τευτόνων και η Στύγα, συχνά κρατούν κάτι από τήν παλιά τους θεϊκότητα: υποδέχονται τίς ψυχές των πνιγμένων η πρώτη, των πεθαμένων γενικά η δεύτερη.
    Από τίς θεές που έχασαν τήν παντοδυναμία τους, πιο γνωστή είναι η Μόργκαν Λε Φέυ, που σημαίνει Μοργκάνα η Μοίρα: όπως και τά Morgan, τά ξωτικά τής Βρετάνης και τής Βρετανίας, έχει πάρει τό όνομά της από τήν κελτική λέξη mor που σημαίνει θάλασσα. Εξέπεσε σε κακή μάγισσα όταν ο Αρθούρειος κύκλος των μύθων καταγράφηκε από Χριστιανούς. Μαζί της, λιγότερο γνωστή αλλά εξ ίσου ένδοξη,  ζει Στους μύθους η Νιμιούε, Κυρά τής Λίμνης, που θεωρείται μερικές φορές προσωποποίηση τής Μοργκάνας. Αυτή ανέβασε στην εξουσία τόν Αρθούρο, κι’ αυτή φρόντισε τήν μετάβαση τού θανάτου του σύμφωνα με τήν παλιά παράδοση τής θρησκείας που εκπροσωπούσε.
    Έτσι οι θεές των νερών, των θαλασσών, των ποταμών και τής δημιουργίας χάνουν τή δύναμή τους αρχικά με τήν επικράτηση τής πατριαρχίας και μετά με τόν χριστιανισμό. Αλλά η ανάμνηση τής εξουσίας τους απομένει ζωντανή στη Λατινική Αμερική και στη Νότια Αφρική, όπου γιορτάζεται με τά κατά τόπους ονόματά της, αλλά και στον τόπο μου: εκεί, ένα παλιό πολυβολείο χωμένο στη γη, μια τρύπα – μήτρα που βλέπει τήν ανατολή, έχει γίνει εκκλησία τής Αγίας Μαρίνας. Τήν έφτιαξαν οι πρόσφυγες τού τόπου μου, όταν τελείωσε ο πόλεμος, ως προσευχή ειρήνης. Από πάνω έχτισαν και μια μοναδικής ομορφιάς εκκλησία τού άλλου άγιου τής θάλασσας., τού Άη Νικόλα. Μα αυτός γιορτάζει χειμώνα και κανείς δεν τού δίνει σημασία. Η Άγια Μαρίνα, στό μεσοκαλόκαιρο, κρατά κάτι από τίς αρχαίες γιορτές τής ίδιας εποχής. Κι’ έτσι γίνεται ένα μικρό πανηγύρι γιά χάρη της. Οι πιστοί και οι πιστές πρέπει να κατεβούν τά σκαλιά τή μέρα τής γιορτής της, όπως κατέβαιναν γιά ένα μυητικό ταξίδι άλλοτε οι πιστοί τής Θεάς, και να προσκυνήσουν τήν εικόνα τής Αγίας που κρατά έναν χριστιανικό διάβολο από τά κέρατα. Μα όπως αρμόζει σε μια αρχαία θεά, ο διάβολος που τή συνοδεύει και που τόν ελέγχει εκείνη, δεν είναι παρά μια καρικατούρα χριστιανού διαβόλου, μιάς και τέτοιο πράμα σκοτεινό και απαίσιο ποτέ δεν τήν συντρόφεψε στα χρόνια τής δύναμής της. Σ’ αυτόν δεν δίνει κανείς σημασία.               
    Μπροστά από τήν τρύπα, που χρησίμευε άλλοτε γιά να αστυνονομεύεται  ο Ευβοϊκός από τούς καταπατητές τού τόπου είναι σήμερα η Αγία Τράπεζα, άλλο απομεινάρι τού βωμού τής θεάς που πάντα βλέπει τήν ανατολή, τή φωτεινή στάση τού ήλιου στό αιώνιο ταξίδι του. Είναι μια  καλή υπενθύμιση ότι δεν υπάρχει λόγος γιά πολυβόλα. Τό μήνυμα τής θαλασσινής κοσμογονικής θεάς παραμένει στην ελευθερία και τόν σεβασμό τής διαφορετικότητας.                           























[i]  Ο Γνωστικισμός, αρχαία μυστικιστική φιλοσοφία, άντλησε τήν έμπνευσή του από τά Χριστιανικά κείμενα τού 2ου και τού 3ου π.Χ. αιώνα. Οι Γνωστικοί πίστευαν πως η Γνώσις ήταν ο μόνος τρόπος να προσεγγιστεί τό θείο.  Γιά τόν Γνωστικισμό  ή Μαρία Μαγδαληνή είναι κεντρική μορφή: ως μετανοούσα πόρνη, η Μαρία βυθίστηκε στή γνώση τών εγκοσμίων και ως έμπιστη ή, γιά άλλα κείμενα, ως ερωτική σύντροφος, τού Χριστού,  ήταν γεμάτη και από πνευματική σοφία. Ο τιμητής τών αιρετικών Επιφάνιος  (4ος αι.) υποστήριξε πως ορισμένες αποσχισθείσες  κοινότητες ες θεωρούσαν τή Μαρία Μαγδαληνή ισότιμη, τμήμα τής σεξουαλικής τριάδας που τήν αποτελούσαν αυτή, ο Ιησούς και μία ακόμα γυναίκα τήν οποία ο Μεσσίας είχε δημιουργήσει από ΄την πλευρά του. Στό κείμενο που τιτλοφορείται Πίστης Σοφία, τού 3ου αιώνα, ο Ιησούς επανειλημμένα επαινεί τή Μαρία και τήν κατανόησή της και δηλώνει: « Η Μαρία η Μαγδαληνή και ο Ιωάννης ο παρθένος θα υψωθούν πάνω απ’ όλους τούς μαθητές μου και πάνω απ’ όλους τούς  ανθρώπους που θα δεχτούν τά μυστήρια τού Αλάθητου.»
Ο στόχος τών Γνωστικών ήταν η ένωση με τόν Θεό μέσα από τήν εντατική μάθηση και τήν παθιασμένη αφοσίωση, που κατορθωνόταν με τήν σεξουαλική επαφή, τήν οποία οι Εκκλησιαστικοί Πατέρες καταδίκαζαν, αλλά οι Γνωστικοί τιμούσαν. Όσοι κατάφερναν να αγγίξουν τή Γνώση ήταν, γιά τούς Γνωστικούς, πνευματικοί και καλοί άνθρωποι. Όσοι ποθούσαν τήν ηδονή ως σκοπό καθ’ εαυτό ήταν υλιστές και κακοί. Τό άτομο με τή μεγαλύτερη πνευματική προοπτική ήταν εκείνοι που γύρευαν τήν ένωση με τό θείο μέσα από τήν βίωση τού φυσικού κόσμου. Η Μαγδαληνή ήταν τό αρχέτυπο αυτού τού είδους ανθρώπου.














No comments: