Γυναικεία Πνευματικότητα

Popular Posts

Popular Posts

Search This Blog

Total Pageviews

Wednesday, July 11, 2012

Μια καινούρια προσέγγιση για τη Μαγδαληνή


















Ποιά είναι η Μαρία η Μαγδαληνή; - Μιά Προσέγγιση























    Η Μαρία η Μαγδαληνή αποτελεί ένα μυστήριο. Τα τελευταία χρόνια έχουν γραφτεί τόσα και τόσα γι’ αυτήν, που η εικόνα της μοιάζει πιά συσκοτισμένη, παρ’ όλες τις προσπάθειες να δοθεί μιά πειστική ερμηνεία.  Γιά παράδειγμα, γιά τους Γνωστικούς η Μαρία είναι ένα από τα μυστήρια στην καρδιά της πίστης τους. Και αυτοί, όπως και πολύ άλλοι, τή θεωρούν Απόστολο των Αποστόλων. Όλοι  δέχονται ότι αυτή ήταν η πρώτη και βασική μάρτυρας που παρέστη στη φυσική απόδειξη της μετάβασης του Ιησού από τούτη τη μορφή ύπαρξης στην επόμενη. Και άλλοι τήν βλέπουν ως τη μόνιμη σύντροφο, την Αγαπημένη ή/ και τη σύζυγο του Ιησού που ήταν η ενσάρκωση του Λόγου στον Κόσμου. Συχνά η Μαγδαληνή θεωρείται ενσάρκωση της Σοφίας, της θεάς που συμβολίζει τη Γνώση και τη Σοφία του κόσμου,  με τον ίδιο τρόπο που θεωρούν την Παναγία ταυτόσημη με τη Σεκινά, που είναι η ψυχή του Θεού. Μαγδαληνή και Παναγία θεωρούνται από πολλούς δύο πλευρές της ίδιας θεότητας ή αλληλοσυμπληρούμενα σύμβολα. Έχει ειπωθεί, επίσης, ότι αν ο Χριστός είναι μιά τέλεια θυσία, η Μαγδαληνή είναι το τέλειο πρότυπο της σωτηρίας των αμαρτωλών, γι’ αυτό και είναι απαραίτητοι ο ένας γιά την άλλη, αλλιώς δέν μπορούν να υπάρξουν. Ίσως, λένε, αυτό να εξηγεί τον πόνο που της Μαρίας στον σταυρό: αποτελεί την αφοσίωση των αισθημάτων στη Θεότητα.
    Τί είναι, τελικά, η Μαγδαληνή; Αρχέτυπο, θεά ή σύμβολο; Τί σημαίνει το όνομά της; Τον τόπο της καταγωγής της, πύργο ή ιερατικό τίτλο;  Σε πολλά από αυτά τα ερωτήματα δέν μπορούμε να απαντήσουμε με βεβαιότητα. Σε άλλα έχουν απαντήσει άλλες και άλλοι που ερευνούν τα θέματα αυτά εδώ και πολλά χρόνια. Γι’ αυτό λίγα μόνον θα αγγίξουμε από αυτά εδώ. Άλλωστε οι απαντήσεις που έχουν δοθεί δέν είναι πάντα πειστικές.
 
.
.



Μαρία Μαγδαληνή – μιά διαφορετική προσέγγιση


Η Μαρία η Μαγδαληνή αναφέρεται στα Ευαγγέλια μεταξύ των γυναικών που ακολουθούσαν τον Ιησού και τους μαθητές του. Ήταν παρούσα στη σταύρωση και στην ανάσταση και πήγε στον τάφο του την Κυριακή του Πάσχα γιά να μοιράνει το σώμα του. Ήταν η πρώτη που είδε τον αναστημένο Ιησού και ανακοίνωσε την ανάστασή του στους άλλους Αποστόλους γι’ αυτό και αποκαλείται από τους πρώτους Χριστιανούς ως «απόστολος  των αποστόλων.»
    Στις όχθες της λίμνης Γενησαρέτ (Γαλιλαία) ανάμεσα στις πόλεις Τιβεριάδα και Καπερναούμ βρισκόταν η κωμόπολη Μάγδαλα – τα ερείπιά της υπάρχουν και σήμερα. Τώρα στο σημείο αυτό βρίσκεται η αγροτική κοινότητα Μαγκτνάλ.
   Τα Ευαγγέλια δέν μάς λένε τίποτα γιά τα νεανικά χρόνια της Μαρίας αλλά η παράδοση αναφέρει ότι η Μαρία από τα Μάγδαλα ήταν μιά όμορφη νέα που απομυζούσε τη χαρά της ζωής. Αν τα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης μπορούν να γίνουν κατά λέξη πιστευτά, αυτή η χαρούμενη και ελεύθερη φύση είχε σχέση με τις παλαιότερες λατρείες της Μεγάλης Θεάς, που καταδικάζονται από όλους τους Προφήτες, αν και γι’ αυτό θα μιλήσουμε και πιό κάτω. Έτσι, δέν είναι παράξενη η περιγραφή που βρίσκουμε στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο της Καινής Διαθήκης:  (8:2-4): «… γυναίκες ήταν συν αυτώ τεθεραπευμέναι από νόσων και μαστίγων και πνευμάτων πονηρών και ασθενειών. Μαρία, η καλουμένη Μαγδαληνή, αφ’ ής δαιμόνια επτά εξεληλήθει, και Ιωάννα γυνή Χουζά επιτρόπου Ηρώδου και Σουσάννα και έτεραι πολλαί, αίτινες διακόνουν αυτόν από των υπαρχόντων αυταίς.» Το νόημα του εδαφίου είναι ξεκάθαρο: η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν  σύντροφος του Ιησού και ότι τόν ακολουθούσε παντού μαζί με τους Αποστόλους., χρηματοδοτώντας συχνά την ομάδα τους, μαζί με την Σωσσάνα και άλλες, αφού πρώτα εκείνος τήν γιάτρεψε από τα «δαιμόνια» που σίγουρα ήταν αυτά που και στην Παλαιά Διαθήκη αναφέρονται συχνά και σχετίζονται με παράλληλες με τον Ιουδαϊσμό λατρείες – της Ασερά και του Βάαλ γιά παράδειγμα.
     Σίγουρα θα είχε και η Μαγδαληνή τα καθήκοντά της μαζί με τις άλλες γυναίκες και με τους αποστόλους, αλλά και το μερίδιό της στο κήρυγμα του Ιησού, όπως θα φανεί και πιό κάτω.  Οι ευαγγελιστές απαριθμούν, εκτός από τη Μαρία, τη Σουσάννα και την Ιωάννα του εδαφίου που αναφέραμε, και άλλες γυναίκες  – τη μητέρα του Ιησού, τη Σαλώμη και τη Μαρία του Κλεόπα. – αν και ο Ιωάννης την αναφέρει χωριστά, στοιχείο που δείχνει την ιδιαίτερη θέση της.
      Γνωρίζουμε ότι όχι μόνον παρευρέθηκε στη Σταύρωση αλλά και ότι, όταν οι υπόλοιποι μαθητές κρύβονταν γιά τον φόβο των Ρωμαίων, εκείνη και οι άλλες μαθήτριες παρέμειναν μαζί του γιά να τον στηρίξουν μέχρι την τελευταία στιγμή.

  Έμεινε, λοιπόν, πιστή στον δάσκαλό της όχι μόνον τις μέρες της δόξας του αλλά και τη στιγμή του θανάτου του, που έκρυβε κινδύνους γιά τους ακολούθους τους. Ο Ματθαίος αναφέρει ότι «ήταν παρούσα στην ταφή του Κυρίου.» Μπροστά στα μάτια της ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος πήραν στον τάφο το άψυχο σώμα του όπου το εναπόθεσαν και έκλεισαν την είσοδο με μιά βαριά πέτρα.
   Πιστή στον  Νόμο με τον οποίο είχε ανατραφεί, η Μαρία, μαζί με άλλες γυναίκες, αφιέρωσαν την επόμενη ημέρα στην ανάπαυση καιν τη περισυλλογή, μιάς και ήταν Σάββατο, αλλά και συνέπιπτε με το Πάσχα. Αλλά φρόντισαν να αποθηκεύσουν τα υλικά  - αρώματα και άλλα – που θα χρειάζονταν γιά την επόμενη μέρα, οπότε θα πήγαιναν να αλείψουν το σώμα του νεκρού δασκάλου τους όπως όριζαν οι ταφικές συνήθειες.
   Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος γράφει ότι οι γυναίκες έφτασαν στον τάφο την αυγή, ή και νωρίτερα, μιάς και, κατά τον Ιωάννη, ήταν  ακόμη  σκοτάδι. Ο Ιωάννης συμπληρώνει ότι η Μαρία έφτασε μόνη στο σπήλαιο – τάφο κι’ αμέσως έτρεξε και κάλεσε τους αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη που έσπευσαν στον τάφο κι’ αυτοί γιά  τον βρουν έκπληκτοι άδειο με μόνα ίχνη της ταφής το σάβανο και τα υφάσματα που είχαν τυλίξει το νεκρό σώμα. Οι απόστολοι έφυγαν και δέν είπαν τίποτα σε κανέναν, αλλά η Μαρία, γυρεύοντας απόδειξη ότι ο τάφος ήταν αληθινά άδειος μπήκε μέσα κι’ εκεί αντίκρισε ένα απόκοσμο φως. Είδε δυό αγγέλους με λευκά ρούχα καθισμένους στην κεφαλή και στα πόδια του μνήματος. Τήν ρώτησαν γιατί κλαίει κι’ εκείνη επανέλαβε τα λόγια που είχε πει στους αποστόλους: «Πήραν τον Κύριό μου και δέν ξέρω πού τόν έβαλαν.» Όταν μίλησε έτσι στράφηκε και είδε μιά μορφή να στέκεται πλάι στον τάφο. Δέν τήν αναγνώρισε αμέσως. Η μορφή τήν ρώτησε γιατί κλαίει και η Μαρία, νομίζοντας πως μιλά με τον κηπουρό, ΄ζήτησε να μάθει πού πήγαν το σώμα.
   Αλλά εκείνη τη στιγμή αναγνώρισε τη φωνή του Ιησού και αναφώνησε «Δάσκαλε!»   
   «Μή μού άπτου», τής απάντησε κείνος, «διότι ακόμη δέν αναλήφθηκα στον πατέρα μου, αλλά πήγαινε στους αδελφούς μου και πες τους ότι θα αναληφθώ στον πατέρα μου, θεό μου και θεό σου.»
    Η Μαρία συνήλθε και έτρεξε ξανά στους αποστόλους, όρμησε στο σπίτι όπου κρύβονταν απελπισμένοι και ανάγγειλε, «Είδα τον Κύριο!». Αυτό ήταν το πρώτο αναστάσιμο κήρυγμα του χριστιανισμού.
    Η Καινή Διαθήκη δέν μάς αναφέρει τί απόγινε η Μαρία η Μαγδαληνή μετά την ανάσταση, αλλά είναι αναμφισβήτητο ότι αφού βρέθηκε στην σταύρωση και ήταν η πρώτη μάρτυρας της ανάστασης, θα έμεινε μαζί τους και μετά την ανάληψη. Οι  Πράξεις των Αποστόλων αναφέρουν  ότι όλοι οι απόστολοι έμειναν ενωμένοι στην προσευχή και τη λατρεία, μαζί με ορισμένες γυναίκες, τη μητέρα του Ιησού κι τον αδελφό του Ιάκωβο. Δεν μπορεί ανάμεσά τους να μήν +ήταν και η Μαρία.
    Οι παραδόσεις βεβαιώνουν ότι όταν οι απόστολοι έφυγαν από την Ιερουσαλήμ γιά να κηρύξουν,  το ίδιο έπραξε και η Μαρία. Τολμηρή κι’ ενθουσιώδης, ταξίδεψε  στην ειδωλολατρική Ρώμη και αλλού. Όπου κι’ αν πήγε, έφερνε το μήνυμα της ανάστασης με τη βεβαιότητα της προσωπικής γνώσης. Οι Χριστιανοί της Δύσης αποδίδουν στη Μαρία ακόμη περισσότερες περιπέτειες. Τήν ταυτίζουν με τη Μαρία της Βηθανίας και βεβαιώνουν ότι ο Λάζαρος και η Μάρθα ήταν αδέλφια της. Μαζί, λένε, έφυγαν γιά το Αιξ της Γαλλίας όπου ο Λάζαρος έγινε ο πρώτος επίσκοπος Μασσαλίας και η Μάρθα νίκησε έναν δράκο που λυμαινόταν την περιοχή, ενώ η Μαρία προσηλύτισε τον βασιλιά και τη βασίλισσα της Νότια Γαλατίας κι’ έγινε έτσι η πρώτη απόστολος μεταξύ των Φράγκων.
    Βασισμένη – και εμπνευσμένη – απ’ αυτήν την παράδοση, αναπτύχθηκε μιά πλατειά λατρεία της Μαγδαληνής στη μεσαιωνική Γαλλία: χτίστηκαν εκκλησιές στη μνήμη της, πολλοί τόποι ισχυρίζονταν πως κατείχαν το λείψανό της και η μνήμη της αποτελούσε κέντρο πίστης, αν και η μεσαιωνική εκκλησία τήν εξίσωνε με μιά μετανοημένη πόρνη. Το βάρος, όμως δινόταν στην μετάνοιά της και τήν θεωρούσαν ιεροκήρυκα θεμελιακή γιά τη Δυτική Εκκλησία. Φαίνεται πως εν μέρει υπεύθυνος γι’ αυτό ήταν ο Πάπας Γρηγόριος, που τήν εξίσωσε με μιάν, ανώνυμη στη Βίβλο πόρνη, ενώ μιά άλλη ερμηνεία γιά τον συσχετισμό της με την πορνεία θα δώσουμε πιό κάτω.
   Η θέση αυτή δέν υιοθετήθηκε ποτέ επίσημα από την εκκλησιαστκή παράδοση της Ανατολής, που τείνει να βλέπει τις γυναίκες με ελαφρώς θετικότερο φως, μιάς και όλες μπορούν, δυνητικά τουλάχιστον, να είναι μετανοημένες Εύες, άρα η ψυχή τους είναι πιό εύκολο να σωθεί.  Αυτό μπορεί να οφείλεται και στην ερμηνεία του εκκλησιαστικού πατέρα Ιππόλυτου, που βλέπει τη Μαγδαληνή και τις άλλες μαθήτριες του Ιησού ως σύμβολα της Νέας Εύας, της πιστής δηλαδή που ανατρέπει το υποτιθέμενο αμάρτημα της Εύας. Αυτές είναι οι Νύμφες του Χριστού. Ο Ιππόλυτος στο σχόλιό του γιά το Άσμα Ασμάτων είναι ο πρώτος που αποκαλεί τη Μαγδαληνή «απόστολο των αποστόλων.»
   Η μεγάλη εκτίμηση γιά τη Μαρία Μαγδαληνή συνεχίστηκε τον 4ο και τον 5ο αιώνα, όταν ήταν ακόμη ζωντανή η ανάμνηση της Μεγάλης Θεάς και της θηλυκής πλευράς της θεότητας. ο Επίσκοπος Αμβρόσιος, επίσκοπος Μιλάνου, συσχέτισε τη Μαρία με την Νέα Εύα που μένει προσκολλημένη στον Ιησού, το νέο Δέντρο της Ζωής, ενώ ο Αυγουστίνος υποστήριξε ότι η πίστη της ανέτρεψε το αμάρτημα της Εύας.

.


    Λένε, ακόμη, οι παραδόσεις, ότι στην Ιταλία η Μαρία επισκέφθηκε τον αυτοκράτορα Τιβέριο και ακόμη και σ’ αυτόν κήρυξε το μήνυμά της.  Τού πήγε ένα αυγό ως σύμβολο της Ανάστασης και της Καινούριας Ζωής και τού μίλησε γιά τη ζωή και το έργο του Ιησού, αλλά και γιά τον θάνατό του. Όταν ο Τιβέριος απάντησε ότι κανείς δέν μπορεί να αναστηθεί από τους νεκρούς, το αυγό άρχισε να γίνεται κόκκινο ως μαρτυρία της αλήθειας των λόγων της. Με παρότρυνση της Μαρίας, ο Τιβέριος λένε ότι μετέθεσε τον Πιλάτο από την Ιερουσαλήμ στη Γαλιλαία όπου ο Πιλάτος πέθανε μετά από μακριά και επώδυνη αρρώστια.
   Αυτό το θαύμα της Μαρίας είναι η αρχή, λέει η παράδοση, των κόκκινων αυγών του Πάσχα. Λέγεται ακόμη ότι σε κάποιοι μοναστήρι της Θεσσαλονίκης υπάρχει ένα χειρόγραφο με μιά προσευχή σύμφωνα με την οποία ο ηγούμενος πρέπει να ευλογήσει τα αυγά και το τυρί καθώς τα μοιράζει στους μοναχούς, με τούτα τα λόγια:  «έτσι μάς παραδόθηκε από τους άγιους πατέρες που διατήρησαν αυτό το έθιμο από την εποχή των αγίων αποστόλων, όταν η ισαπόστολη Μαρία Μαγδαληνή έδειξε τους πιστούς αυτήν την χαρούμενη προσφορά.»
Οι ίδιες παραδόσεις επιμένουν ότι η Μαρία συνέχισε να κηρύττει στην Ιταλία και στην ίδια τη Ρώμη – παραδόσεις που βασίζονται στα λόγια του Παύλου (Προς Ρωμαίους, 16:6) που βεβαιώνει ότι κάποια  Μαρία (Μαριάμ) έχει κάνει πολλά γιά την υπόθεση του πρώιμου χριστιανισμού. Πολλοί είναι βέβαιοι ότι αυτή η Μαρία ήταν η Μαγδαληνή. Ακόμη κι’ αν δέν ήταν, πρέπει, πάντως, να υπηρέτησε την πρώτη εκκλησία και να μοιράστηκε τους κινδύνους και τον μόχθο των αποστόλων.
    Έμεινε, λέγεται, στη  Ρώμη μέχρι την άφιξη του Παύλου και γιά δύο χρόνια μετά την αναχώρησή του από κει, μετά από την πρώτη του δίκη. Από τη Ρώμη, ήδη σε προχωρημένη ηλικία, ταξίδεψε στην Έφεσο, όπου συνεργάστηκε με τον Ιωάννη – κατά την παράδοση μαζί έγραψαν τα πρώτα 20 κεφάλαια του Ευαγγελίου του. Μιά παραλλαγή αυτής της παράδοσης τήν θέλει να πηγαίνει στην Έφεσο μαζί με την Παναγία και τον Ιωάννη, όπου έγινε μάρτυρας, ή ότι τελείωσε τη ζωή της στην έρημο, ως υπόδειγμα ερημίτισσας.
   Η πιό επίμονη παράδοση θέλει την  Μαρία  Μαγδαληνή να είναι θαμμένη στην Έφεσο. Το σκήνωμά της μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον 9ο αιώνα. Στη διάρκεια των Σταυροφοριών μεταφέρθηκε στην Ιταλία και τοποθετήθηκε στην αγία τράπεζα του Λατερανού. Μέρος του σκηνώματός της λένε ότι υπάρχει στη Γαλλία, κοντά στη Μασσαλία, στα θεμέλια της βασιλικής του Αγίου Μαξίμου που χτίστηκε προς τιμήν της.
    Σχεδόν τα πάντα γύρω από τη Μαρία χάνονται στη σφαίρα του μύθου. Στα ευαγγέλια αναφέρονται πέντε διαφορετικές Μαρίες. Συχνά η Μαγδαληνή Μαρία ταυτίζεται με τη γυναίκα που έπλυνε τα πόδια του Ιησού με ακριβά αρώματα, αν και αυτή δέν αναφέρεται πουθενά ονομαστικά. Από κεί ξεκινά η παράδοση γιά το αμαρτωλό παρελθόν της Μαγδαληνής, καθώς και από την αναφορά στα δαιμόνια που όμως δέν είναι αμαρτία σεξουαλικού τύπου: όπως είπαμε – αν και δέν υπάρχει εδώ αρκετός χώρος γιά περισσότερην ανάλυση – τα «δαιμόνια» είναι θρησκευτικές παραβάσεις , που σχετίζονται με αιρέσεις ή/και παράλληλες λατρείες της Παλαιάς Διαθήκης, θυμίζοντας και την κατηγορία ενάντια στον Σωκράτη περί «καινών δαιμονίων».
   Πέρα από την Βιβλική ανάλυση στην οποία στηρίζεται αυτή η ερμηνεία των «δαιμονίων» και τις υποθέσεις γιά τις οποίες ακούμε τόσο συχνά στις μέρες μας γιά αμφίβολες δραστηριότητες της Μαγδαληνής, το μόνο βέβαιο είναι πως υπήρξε σημαντική προσωπικότητα, εξέχουσα μεταξύ των μαθητών και ηγετική φυσιογνωμία στο πρώιμο χριστιανικό κίνημα. Από κει και πέρα είναι σαφείς οι συγγένειές τη με προχριστιανικές παραδόσεις και πίστεις. Γιά παράδειγμα, είναι σχεδόν αυταπόδεικτο ότι ο Ιησούς, χαρισματικός, προικισμένος και με λαμπρές ηγετικές δυνάμεις, δέν θα μπορούσε να ηγηθεί πειστικά ενός τεράστιου, όπως φαίνεται κινήματος (που δέν αποτελείτο μόνον από τους γνωστούς δώδεκα μαθητές) αν δέν είχε  και κάποιας μορφής συμμαχίες με  τις υπάρχουσες στην εποχή του αιρέσεις και λατρείες. Μιά τέτοια συμμαχία ήταν με τις ιέρειες της Ασερά, θηλυκής μορφής της θεότητας μέσα στον Ιουδαϊσμό που μόνον μονοθεϊστικός δέν ήταν, παρ’ όλα όσα μάς βεβαιώνουν οι παραδοσιακοί θεολόγοι. Μιά τέτοια συμμαχία ήταν και με τη Μαγδαληνή. Ήδη κυκλοφορούν από το 1973 και μέχρι σήμερα πάνω από τριάντα βιβλία στο εξωτερικό από αρχαιολόγους, θεολόγους και άλλους επιστήμονες που αποδεικνύουν όχι μόνον ότι ο Ιουδαϊσμός δέν ήταν μονοθεϊστική θρησκεία, αλλά και ότι η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν πολύ σημαντικότερη απ’ ό,τι μάς αφήνουν να υποθέσουμε οι  παραδοσιακές ερμηνείες των Ευαγγελίων. Και αυτές οι προσεγγίσεις δέν έχουν σχέση με   θεωρίες συνομωσιών ή με καμιά βασιλική γραμμή της Ευρώπης. Βασίζονται αποκλειστικά σε έγκυρα αρχαιολογικά ευρήματα και κειμενικές αναλύσεις των συγκριτικών αρχαιολόγων, των εθνολόγων και άλλων εξεχόντων ειδικών.
   Γιά να επιστρέψουμε ξανά στη Μαρία: ήδη έχουμε αναφέρει μερικά δείγματα της πίστης και των τολμηρών της πρωτοβουλιών – όπως είναι η ανάληψη της υποχρέωσης γιά τη φροντίδα του νεκρού και άλλα. Ίσως πολύ σημαντικό να είναι και το στοιχείο ότι η μνήμη της γιορτάζεται από την ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία στις 22 Ιουλίου, μέρα των νεκρών γιά πολλούς λαούς της Εγγύος Ανατολής ως «Μαρία Μυροφόρος Μαγδαληνή». Στην Ορθόδοξη Εκκλησία αναγνωρίζεται, χωρίς να διαφημίζεται και πολύ αυτό το στοιχείο, ως μαθήτρια του Ιησού, ισάξια με τους μαθητές, αλλά και γιάτρισσα, αν όχι και θαυματουργή, όπως φαίνεται και από τα τροπάρια που ψάλλονται τη μέρα της γιορτής της:

Χριστώ τω δι’ ημάς εκ Παρθένου τεχθέντα, σεμνή Μαγδαληνή ηκολούθεις, Μαρία, αυτού τα δικαιώματα και τους νόμους φυλάττουσα· όθεν σήμερον την παναγίαν σου μνήμην εορτάζοντες, αμαρτημάτων την λύσιν ευχαίς σου λαμβάνομεν.

Ο υπερούσιος Θεός εν τω κόσμω μετά σαρκός επιφοιτήσας, Μαρία, σέ αληθινήν μαθήτριαν προσήκατο, όλην σου την έφεσιν προς αυτόν κεκτημένην· όθεν κα ιάματα επετέλεσας πλείστα και μεταστάσα νυν εν ουρανοίς, υπέρ του κόσμου πρεσβεύεις εκάστοτε.


  Από την άλλη πλευρά, έχουμε και μιά σημαντικότατη μαρτυρία γιά τον σπουδαιότατο ρόλο που έπαιξε η Μαρία στην πρώιμη ιστορία του Χριστιανισμού. Προέρχεται από τα χειρόγραφα του Ναγκ Χαμμάντι  που βρέθηκαν στην έρημο και, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την ανακάλυψή τους , είναι πιά προσιτά στο ευρύ κοινό. Τα πιό πολλά κείμενα που έχουν καταγραφεί εκεί πρέπει να ήταν εκείνα που απέρριψε η επίσημη εκκλησία και το χριστιανικό ιερατείο όταν προσπαθούσαν να δημιουργήσουν των κορμό των κειμένων που θα αποτελούσαν την Καινή Διαθήκη. Προσπάθησαν να δώσουν συνοχή, κατά την κρίση τους, στη νεοσύστατη θρησκεία, βγάζοντας από τη μέση όσα κείμενα δέν ταίριαζαν στην εικόνα που έπρεπε να έχει: απόρριψαν τις αναφορές στην ισότητα των φύλων, στην πολύμορφη φύση της Θεότητας, στην οργάνωση του κόσμου που δέν συμφωνούσε με την εξουσία που ήθελαν να έχουν οι επίσκοποι με τον τρόπο που οι ίδιοι είχαν ορίσει και που εξασφάλιζε την «ειρηνική» διαδοχή στον παπικό και στον πατριαρχικό θρόνο. Έτσι δέν περιέλαβαν, φυσικά, το Ευαγγέλιο της Μαρίας (η οποία είναι σαφές από το κείμενό του ότι είναι η Μαγδαληνή). Εδώ η Μαρία εμφανίζεται ως απολύτως έμπιστη του Ιησού που τής εξηγεί θέματα μάλλον πολύπλοκα. Η ίδια ρωτά πράγματα  και λαβαίνει απαντήσεις που, αν βρίσκονταν στην επίσημη Καινή Διαθήκη, θα άλλαζαν τη μορφή του χριστιανισμού όπως τον ξέρουμε σήμερα, αν όχι και το περιεχόμενό του: η μορφή του θα άλλαζε, πιθανώς, από την αποδοχή ισαποστόλων γυναικών σε θέσεις λειτουργικές μέσα στον κορμό της Εκκλησίας, με συνέπεια να είναι το λειτούργημα και ο ρόλος τους το ίδιο σημαντικός με κείνον τον αντρών ιερέων. Στο περιεχόμενο, μπορεί να γινόταν δεχτή η σταδιακή μύηση της ψυχής και η  πορεία της προς την τελείωση με όρους εντελώς διαφορετικούς απ’ αυτούς που σήμερα διδάσκουν οι οργανωμένες Εκκλησίες και πολύ κοντινότερους στις Γνωστικές Διδασκαλίες.  Επίσης, είναι πιθανό να παίρναμε και κάποια διαφορετικά μηνύματα, που χρειάστηκαν 20 αιώνες να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία τους. Γιά παράδειγμα, ο Ιησούς συμβουλεύει: «αν αποθαρρύνεστε, να παίρνετε θάρρος από τις ποικίλες μορφές της φύσης.» Πού αλλού θα βρούμε να τιμάται η φύση και να θεωρείται πηγή θάρρους; Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει με τα «επίσημα» Ευαγγέλια που θεωρούν αμαρτωλό τον φυσικό κόσμο (γι’ αυτό και δέν έχουν ηθικό πρόβλημα από τα υπερκέρδη που αποκομίζει η εκμετάλλευσή του).
Η μεγάλη αγάπη του Ιησού γιά τη Μαγδαληνή μπορούμε να  υποθέσουμε ότι οφειλόταν στην πνευματική της δύναμη και τη σοφία της. Ίσως γιατί και αυτή ήταν παιδί της Θεάς, που γνώριζε και μπορούσε να διεκδικεί τη θέση στον κόσμο; Όπως φαίνεται, πάντως, από το Ευαγγέλιό της, δέν είχε απολογητική θέση απέναντι στους άντρες – μαθητές του Ιησού.  Επίσης εδώ η Μαρία η Μαγδαληνή αποκαλύπτεται όχι μόνον έμπιστή του, αλλά και μέτοχος μιάς μυστικής διδασκαλίας την οποία αποκαλύπτει μόνον όταν πρέπει να βγουν οι Απόστολοι στον κόσμο και να κηρύξουν. Φαίνεται πως είναι σε θέση να κρίνει, είτε από προσωπική πρωτοβουλία είτε επειδή αυτή την εντολή είχε, ποιά ώρα είναι κατάλληλη γιά κάθε καινούρια θεωρία και πότε είναι έτοιμος ο κόσμος γιά τα νέα στοιχεία του κηρύγματος της νέας θρησκείας. Είναι, όμως, αξιοπερίεργο το ότι αν και η Μαγδαληνή αποκαλύπτει εδώ μερικές από τις πιό προσωπικές διδασκαλίες του Ιησού που τής τίς αποκάλυψε προσωπικά, έχουν χαθεί τα πιό σημαντικά, ίσως, αποσπάσματά τους.
    Κάποιοι μπήκαν στον κόπο να διασώσουν θεμελιακά κείμενα του πρώτου Χριστιανισμού: πιθανώς να ήταν μοναχοί του συμπλέγματος μοναστηριών του Αγίου Παχωμίου, που δημιούργησε ένα τεράστιο σύμπλεγμα όχι μόνον από μονές, αλλά και από βιβλιοθήκες και ιδρύματα όπου εύρισκαν βοήθεια οι αναξιοπαθούντες. Το μεγάλο αυτό έργο ήταν σε εξέλιξη την εποχή που το ιερατείο προσπαθούσε να «καθαρίσει» την αρχική εκκλησιαστική παράδοση από τις αιρέσεις που ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια όπου υπήρχε χριστιανικό στοιχείο – όπως αναφέραμε,  στόχος τους δέν ήταν η καθαρότητα μιάς «θεόσταλτης» πίστης, αλλά η εξασφάλιση της εξουσίας, της διαδοχής στον παπικό και στον πατριαρχικό θρόνο, αλλά και η κυριαρχία στις μεγάλες μάζες των χριστιανών που πλήθαιναν καθημερινά. Χρωστάμε στους ερημίτες και σε άλλους μοναχούς, που βρίσκονταν μακριά από τα παιχνίδια της εξουσίας, τη διάσωση αυτών των κειμένων. Είναι, όμως, κρίμα που οι δέκα πιό κρίσιμες σελίδες από το Κατά Μαρίαν Ευαγγέλιον δέν έχουν σωθεί, μιάς και θα έριχναν φως όχι μόνον σε δογματικά αλλά και σε πολλά άλλα σημαντικά ζητήματα.
   Πιθανώς οι σελίδες που λείπουν να μήν έριχναν περισσότερο φως στην προσωπικότητα της Μαγδαληνής. Δέν μπορούμε να γνωρίζουμε πιά ποιά ακριβώς ήταν. Πιθανώς να προερχόταν από εύπορη οικογένεια, μιάς και ήταν από τις γυναίκες που χρηματοδοτούσαν την ομάδα του Ιησού. Πιθανώς, όπως δείξαμε, να ανήκε σε μιάν από τις παλιότερες λατρείες της Θεάς, που πάντα υπήρχαν παράλληλα με τη θρησκεία του Γιαχβέ μέσα στο Εβραϊκό έθνος – τουλάχιστον μέχρι τα τελευταία ρωμαϊκά χρόνια. Ίσως, πάλι, να ήταν μιά από αυτές που θεωρούνται «χαμένες ψυχές» από την πατριαρχική κουλτούρα, δηλαδή ίσως ήταν μιά γυναίκα που προσπαθούσε να ζήσει μόνη και να ορίσει τη μοίρα και τις σχέσεις της με το άλλο φύλο και τις οικονομικές – κοινωνικές σχέσεις που επιβάλλονται όταν μιά τάξη ή / και ένα φύλο κυριαρχούν στους υπόλοιπους ανθρώπους.
   Όποια κι’ αν ήταν, η Μαγδαληνή πρέπει να είχε μεγαλύτερη σοφία και  πιό πολύπλευρο χαρακτήρα απ’ αυτόν που μάς παρουσιάζουν οι παραδοσιακές αφηγήσεις γι’ αυτήν. Αυτό, τουλάχιστον, γίνεται φανερό από το όραμα που περιγράφεται στο Ευαγγέλιό της και από την τόλμη με την οποία μιλά στον Ιησού γι’ αυτό – αλλά και από το θάρρος της να βρίσκεται σε μέρη επικίνδυνα όπου  ούτε και οι πιό πιστοί μαθητές του Ιησού δέν τολμούσαν να πάνε: στην σταύρωση και στον τάφο του.
   Όσο γιά τον διαβόητο γάμο της με τον Ιησού, δέν παραδίδεται παρά μόνον σχετικά αργά στην Ιστορία. Θα ήταν αναμενόμενο να περιλαμβάνεται και αυτή η φήμη στην παράδοση με το κόκκινο αυγό του Τιβέριου, που αναφέραμε πιό πάνω, ιδίως αν σκεφτούμε ότι πρόκειται γιά μιάν ιστορία άκρως σημαντική: το Αυγό, Ορφικό – και όχι μόνον – σύμβολο ζωής, γονιμότητας, αναγέννησης και συνέχειας, συνδέεται εδώ με το κόκκινο χρώμα που, και αυτό, έχει σχέση με τη ζωή και τη γονιμότητα. Στα χέρια της Μαγδαληνής βάφεται κόκκινο: η φέρουσα έχει αυτή τη δύναμη επειδή η παράδοση τήν θέλει φωτισμένη και ενδυναμωμένη από το πνεύμα του αναστάντος  Ιησού. Όμως κάθε γωνιά της γης θέλει το κόκκινο χρώμα και το αυγό να συνδέονται με τις Θεές που δημιουργούν τον κόσμο. Εδώ, αντί γιά μιάν αναφορά σε μιάν πιό ουσιαστική «συμμαχία», με άλλα λόγια έναν γάμο, έχουμε, μπροστά στην κοσμική εξουσία το αρχαιότατο σύμβολο της Θεάς που χορεύει στο χάος -και κάθε μυθολογία έχει μιά τέτοια Δημιουργό Θεά!

Υπάρχει ένα ακόμη στοιχείο που θέλει τη Μαγδαληνή να συνδέεται με τη Μεγάλη Θεά σε κάποια μορφή της. Έχει υποστηριχτεί ότι υπήρχαν γυναίκες που ζούσαν και δούλευαν στον Ναό της Ιερουσαλήμ, όπως ακριβώς γινόταν και σε πολλούς ειδωλολατρικούς ναούς όπου υπήρχαν ιερόδουλες. Η Ιερά Πορνεία έχει μακραίωνη παράδοση στην ιστορία του κόσμου, και ιδίως στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή. Κάποιοι ερευνητές, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι οι δύο Μαρίες των Ευαγγελίων, δηλαδή η Μαγδαληνή και η μητέρα του Χριστού, υπηρέτησαν στον Ναό του Σολομώντα ως εκπρόσωποι ή ιέρειες της Θεάς, ή τουλάχιστον του θηλυκού στοιχείου που υπάρχει στην Εβραϊκή πίστη. Γνωρίζουμε ότι υπήρχε Αυλή Γυναικών στον Ναό του Σολομώντα και στον Δεύτερο Ναό. Γνωρίζουμε, ακόμα, ότι στέλνονταν εκεί γυναίκες νεαρές γιά να «δουλέψουν». Η Παναγία λέγεται ότι υπηρέτησε στον Ναό: ζούσε εκεί, ύφαινε, προσευχόταν κ.λ.π. Τα (Ευαγγέλιον  της Γεννήσεως της Μαρίας, που γράφτηκε περί το 300 μ.Χ. υποτίθεται από τον Ματθαίο, το Πρωτευαγγέλιον του Ιακώβου, μάλλον αδελφού του Ιησού)  μιλούν γιά τις περιπέτειές της  υπό τον Αρχιερέα Ζαχαρία και επανειλημμένα τήν αποκαλούν Παρθένο του Ναού. Σε κάποιο σημείο, μάλιστα, ένας ιερέας θέλει να τήν παντρέψει με τον γιό του, γιατί είναι πολύ όμορφη και προικισμένη.
      Ήταν σύνηθες οι κοπέλλες να παντρεύονται, μετά τα χρόνια της «υπηρεσίας» τους στον Ναό, με εξέχοντα μέλη της κοινότητας, ακόμη και ιερείς.. Ο Αρχιερέας που δέν ξέρει τί ακριβώς να πράξει, σ’ αυτήν την περίσταση, μιάς και η Μαρία δέν μπορεί να παντρευτεί τον πρώτο τυχόντα, αλλά και δέν θέλει τον γιό του, ζητά από τον Θεό να στείλει ένα σημάδι. Έτσι καταλήγει αυτή η Μαρία να παντρευτεί τον Ιωσήφ.
   Λίγο πιό πάνω μιλήσαμε γιά την Ιερά Πορνεία. Δέν υπάρχει χώρος εδώ να αναλύσουμε το θέμα, που έχει άλλωστε αναλυθεί από πολλές σημαντικές προσωπικότητες. Αρκεί να τονίσουμε ότι και μόνον η λέξη ιερόδουλος δηλώνει τη σημαντική θέση αυτών των γυναικών: υπηρετούσαν τη θεότητα προσφέροντας το σώμα τους όχι γιά την σεξουαλική απόλαυση, αν κι’ αυτό δέν ήταν αμελητέο, αλλά γιά την ίαση και την υπέρβαση.
   Έχει, λοιπόν, υποστηριχτεί, ότι η Μαγδαληνή ήταν μιά τέτοια ιερόδουλος, και ότι πίσω από την λαϊκή πίστη ότι ήταν «αμαρτωλή» βρίσκεται μιά μακρινή ανάμνηση αυτής της πλευράς του παρελθόντος της. Ο χριστιανισμός, με την υποτίμηση του υλικού κόσμου, συνέδεσε τη σεξουαλική πλευρά των ανθρώπων με την ύλη και την αμαρτία, ξεχνώντας την ανώτερη πνευματικότητα που έχει σχέση με την υπηρεσία που προσφέρει κανείς ακόμη και με ολόκληρο το σώμα του. Αυτού του είδους η διακονία, όπου το εγώ εκμηδενίζεται, γιά να υπηρετηθεί η θεότητα, δέν είχε πεθάνει στην εποχή του Ιησού, που ήξερε και τις  κοινές πόρνες να δέχεται στον κύκλο του ισότιμα και τις ιερόδουλες να τιμά. 
    Έτσι, όταν στις αρχές της χριστιανικής ιστορίας η Μαγδαληνή θεωρήθηκε εταίρα, οι άνθρωποι πρέπει να κατανοούσαν γιά ποίας μορφής πορνεία μιλούσαν. Οι αιώνες που μεσολάβησαν, με την προσπάθεια καταστολής της σαρκικής ελευθερίας, οδήγησαν σε παρανοήσεις, σκόπιμες και μή, από το ιερατείο, που όμως δέν μπόρεσε να  περιστείλει ούτε τις εκκλησίες που είναι αφιερωμένες στη Μαρία τη Μαγδαληνή ούτε και τη λατρεία της. Έτσι, η Μαρία η Μαγδαληνή, αν δέν ήταν μιά ελεύθερη και εύπορη γυναίκα πριν συναντήσει τον Ιησού, μπορεί να ήταν κι’ αυτή μιά ιερή πόρνη. Έτσι η επιλογή της να σμίξει τη μοίρα της με κείνην του καινούριου προφήτη, περιφρονώντας τις επιταγές γιά τον καλό γάμο που όφειλαν να κάνουν οι παρθένες του ναού, αποχτά εντελώς ιδιαίτερη σημασία  - αν η υπόθεση αυτή είναι σωστή.
§

Αποσπάσματα από το Κατά Μαρίαν Ευαγγέλιον


[το Κοπτικό κείμενο από τη βιβλιοθήκη του Ναγκ Χαμμάντι είναι φθαρμένο και  λείπουν οι πρώτες πέντε σελίδες. Αρχίζει, λοιπόν, από τη μέση αυτού του Ευαγγελίου.]
"...θα σωθεί, λοιπόν, ή όχι η ύλη;"
Ο Σωτήρ είπε: «Όλες οι φύσεις, όλα τα δημιουργήματα υπάρχουν το ένα μέσα στο άλλο και μαζί, θα διαλυθούν στις ρίζες τους, διότι η  φύση της φύσης διαλύεται στις ρίζες της φύσης της μόνο. Όποιος έχει αυτιά γιά ν’ ακούει, ας ακούει. [1]
   Ο Πέτρος τόν ρώτησε: «Αφού τώρα μάς εξήγησες τα πάντα, πες μας ποιό είναι το αμάρτημα του κόσμου;»). Ο Σωτήρ είπε: « Η αμαρτία καθ’ εαυτή δέν υπάρχει, αλλά αμαρτάνετε όταν κάνετε αυτό που είναι στη φύση της μοιχείας, που αποκαλείται «αμαρτία». Γι’ αυτό ήρθε το Καλό ανάμεσά σας[2], στην ουσία κάθε φύσης, γιά να την ξαναφέρει στη ρίζα της.» Και συνέχισε: « Γι’ αυτό γεννιέστε και πεθαίνετε (….) όποιος γνωρίζει μπορεί να ξέρει (…) ένα βάσανο που δέν έχει όμοιό του, που έχει αναφυεί από αυτό που είναι αντίθετο με τη φύση. Τότε αναφύεται ταραχή σε ολόκληρο το σώμα. Γι’ αυτό σάς είπα να  έχετε θάρρος [3] και αν αποθαρρύνεστε, να παίρνετε θάρρος από τις ποικίλες μορφές της φύσης. Όπως έχει αυτιά, ας ακούει.» Όταν ο Ευλογημένος είπε αυτά, τούς χαιρέτησε όλους λέγοντας: « Ειρήνη μαζί σας. Να δεχτείτε την ειρήνη μου μέσα σας. Να προσέχετε, μήπως κάποιος σάς ξεστρατίσει με τα λόγια «Έλα εδώ!» ή «Έλα εκεί» [4]διότι ο Υιός του Ανθρώπου είναι μέσα σας. [5]Ακολουθείστε τον, όποιος τόν γυρεύει θα τον βρει. Πηγαίνετε, λοιπόν, κα κηρύξετε το Ευαγγέλιο της Βασιλείας. [6]Δέν έχω αφήσει εντολές άλλες από όσες σάς έδωσα, και δέν σάς έδωσα άλλον νόμο, όπως έκανε ο νομοθέτης, μήπως δεθείτε απ’ αυτόν. 
  Λυπήθηκαν και θρήνησαν πολύ, λέγοντας: «Πώς θα πάμε στους Άπιστους να κηρύξουμε το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Υιού του Ανθρώπου; Αν ακόμη κι’ αυτός δέν σώθηκε, εμείς πώς θα σωθούμε;»
Τότε η Μαρία σηκώθηκε και τούς χαιρέτησε όλους και είπε στους αδελφούς της: «Μήν θρηνείτε και μήν θλίβεστε και μήν είστε αναποφάσιστοι, διότι η χάρις του θα είναι με όλους σας και θα σάς προστατεύει. Καλύτερα να υμνήσουμε το μεγαλείου του, διότι μάς προετοίμασε και μάς έκανε ανθρώπους.» Όταν μίλησε έτσι η Μαρία, οι καρδιές τους ένοιωσαν καλύτερα και άρχισαν να συζητούν τα λόγια του Σωτήρα.
   Ο Πέτρος είπε στη Μαρία: «Αδελφή, γνωρίζουμε ότι ο Σωτήρ σέ αγαπούσε περισσότερο από όλες τις άλλες γυναίκες[7]. Πες μας τα λόγια του Σωτήρα που έχεις στο μυαλό σου, αφού τα γνωρίζεις καλά κι’ εμείς δέν τα γνωρίζουμε διότι δέν τά ακούσαμε.»
   Η Μαρία απάντησε με τα λόγια: «Όσα σάς έχουν μείνει κρυφά, θα σάς τά αποκαλύψω.» Κι’ άρχισε να τούς λέει ετούτα: «Είδα τον Κύριο σε όραμα και τού είπα, Κύριε, σέ είδα σήμερα σε όραμα. Μού απάντησε λέγοντας, Ευλογημένη είσαι, διότι δέν δείλιασες όταν μέ είδες. Διότι εκεί που είναι το πνεύμα σου εκεί και το βλέμμα σου. [8]Τόν ρώτησα, Κύριε, το  μυαλό που βλέπει το όραμα, τό βλέπει με την ψυχή ή με το πνεύμα; Ο Σωτήρ απάντησε λέγοντας, Ούτε με την ψυχή ούτε με το πνεύμα, αλλά το μυαλό που είναι ανάμεσα στα δύο και είναι… "
"...και ο Πόθος είπε:  δέν σέ είδα να κατεβαίνεις, αλλά τώρα σέ βλέπω να υψώνεσαι. Γιατί μιλά με πλάνα λόγια, αφού ανήκεις σε μένα;» Η ψυχή απάντησε και είπε: ¨Σέ είδα, αλλά δέν μέ είδες ούτε μέ αναγνώρισες. Σέ υπηρέτησα ως ρούχο και δέν μέ αναγνώρισες.» Κι’ αφού μίλησε έτσι, έφυγε χαρούμενα μακριά. Και πάλι ήρθε στην τρίτη δύναμη, την Άγνοια. Αυτή ρώτησε την ψυχή: «Πού πάς; Ήσουν δεμένη με την κακία, αληθινά ήσουν δεμένη. Μην  κρίνεις. [9] Και η ψυχή είπε: ¨Γιατί μέ κρίνεις αφού εγώ δέν σέ έκρινα; Ήμουν δεμένη αλλά δέν έδεσα. Δέν μέ αναγνώρισαν αλλά εγώ αναγνώρισα ότι όλα θα ελευθερωθούν, όλα τα γήινα και τα ουράνια.» Και όταν η ψυχή άφησε πίσω της τρίτη δύναμη, υψώθηκε ψηλά και είδε την τέταρτη δύναμη που έχει επτά μορφές. Η πρώτη μορφή είναι το σκότος, η δεύτερη ο πόθος, η τρίτη η άγνοια, η τέταρτη το ξύπνημα του θανάτου, η πέμπτη είναι το βασίλειο της σάρκας , η έβδομη είναι η ορισμένη σοφία. Αυτές είναι οι τέσσερις που μετέχουν της οργής. Ρωτούν την ψυχή: "Από πού έρχεσαι, φονιά των ανθρώπων, ή πού πάς, κατακτήτρια του διαστήματος;» Η ψυχή απάντησε και είπε: «Ό,τι μέ αιχμαλωτίζει σκοτώνεται, ό,τι με αναποδογυρίζει νικιέται. Ο πόθος μου έφτασε στο τέλος του και η άγνοια είναι νεκρή. Σέναν κόσμο σώθηκα από έναν κόσμο και  σέναν «τύπο» από έναν ανώτερο «τύπο» και από τις αλυσίδες τις αλυσίδες της ανικανότητας της γνώσης, που η ύπαρξή της είναι περαστική. Από τώρα πλέον θα φτάσω την αναψυχή στον χρόνο της στιγμής του Αιώνος μέσα στη σιωπή.»
  Όταν η Μαρία τα είπε αυτά σώπασε, μιάς και ο Σωτήρ  μέχρις εκεί είχε μιλήσει μαζί της. Αλλά ο Ανδρέας απάντησε και είπε στους αδελφούς: «Πείτε, ποιά είναι η γνώμη σας γιά όσα είπε; Διότι δέν πιστεύω ότι ο Σωτήρ τα είπε αυτά. Επειδή αυτές οι διδαχές είναι από αλλιώτικες ιδέες.»
  Είχε και ο Πέτρος αντίρρηση σε σχέση μ’ αυτά τα ζητήματα κα και ρώτησε γιά τον Σωτήρα: «Μίλησε, λοιπόν, μυστικά με μιά γυναίκα [10]και την προτίμησε από μάς, και δέν μίλησε ανοιχτά;» Τότε η Μαρία εθλίβη και είπε: «Αδελφέ μου Πέτρο, τί πιστεύεις; Νομίζεις ότι εγώ τα σκέφτηκα αυτά από μόνη μου με το μυαλό μου ή ότι λέω ψέμματα σε σχέση με τον Σωτήρα;»
   Ο Λεβή απάντησε και είπε στον Πέτρο: «Πέτρο, είσαι πάντοτε ευερέθιστος. Τώρα βλέπω πως ανταγωνίζεσαι τη γυναίκα όπως κάνουν οι αντίπαλοί μας.  Αλλά αν ο Σωτήρ τήν έκανε άξια, ποιός είσαι εσύ που θα τήν απορρίψεις; Βέβαια ο Σωτήρ τή γνώριζε καλά. [11]Γιά τούτο και τήν αγαπούσε περισσότερο από, ότι εμάς. Και θα έπρεπε να ντρεπόμαστε και να (ενδυθούμε) τον Τέλειον Άνθρωπο γιά να μάς (διαμορφώσει) όπως μάς πρόσταξε και να κηρύξουμε το ευαγγέλιο δίχως να φτιάξουμε ούτε μιάν εντολή, ούτε έναν νόμο πέρα από κείνον που όρισε ο Σωτήρ.» Όταν μίλησε έτσι ο Λεβή, άρχισαν να βγαίνουν γιά να κηρύξουν Εκείνον και τον λόγο του.






Το Χρίσμα και το Λιβάνισμα της Παλαιάς Διαθήκης

Στη χριστιανική παράδοση, το χρίσμα γιά τους αρρώστους και στο μυστήριο της βάφτισης είναι μιά εξασφάλιση της σωτηρίας τους, ένα είδος συμφωνίας με τον Θεό γιά προστασία της ψυχής, εφ’ όσον και οι χρισμένοι τηρήσουν τις εντολές του. Η χριστιανική θρησκεία, βασισμένη, λίγο πολύ, και στην Παλαιά Διαθήκη, θεωρεί την ψυχή εξ ορισμού άρρωστη, δηλαδή αμαρτωλή, βεβαρημένη με το στίγμα του προπατορικού αμαρτήματος, και χρειάζεται την ευλογία του χρίσματος γιά να εξασφαλίσει την υγεία της. Έτσι η κοινωνία, το χρίσμα, η βάφτιση και άλλες παρόμοιες συνήθειες της χριστιανικής παράδοσης είναι ιερές. Γι’ αυτό δέν τελούνται από ανθρώπους που θεωρούνται ανάξιοι γι’ αυτό – πιό αρμόζον θα ήταν, εδώ, να πούμε ότι δέν τελούνται από ανθρώπους ανάξιες. Διότι μόνον οι γυναίκες δέν είναι θεωρούνται άξιες να τελούν αυτά τα μυστήρια.
   Το χρίσμα με λάδι πρώτη μάλλον αναφέρεται πρώτη φορά σε γράμμα του Πάπα Ιννοκέντιου (416 μ.Χ.), που αναφέρει τα λόγια του Ιακώβου:  «…. (ο άρρωστος) να καλέσει τους πρεσβύτερους γιά να προσευχηθούν …χρίζοντάς τον με λάδι στο όνομα του Κυρίου».
  Φυσικά η παράδοση αυτή είναι πολύ παλιότερη. Στην Παλαιά Διαθήκη ήδη, στις Παροιμίες (27:9), αναφέρεται ότι το ……… και το άρωμα δίνουν ευχαρίστηση στην καρδιά. Παρόμοιες αναφορές θα βρούμε  στο Άσμα Ασμάτων (3:6) και αλλού. Τα παρασκεύαζαν με μύρα, αλόη, κανέλλα και άλλα παρόμοια υλικά.
    Ορισμένα από τα μπαχαρικά που αναφέρονται στις Γραφές βρίσκονταν στην Παλαιστίνη και άλλα εισάγονταν από  τροπικές χώρες. Μιάς και ήταν σχετικά ακριβά, οι περισσότεροι άνθρωποι τα χρησιμοποιούσαν γιά ειδικές περιπτώσεις.
     Το “γλυκό λιβάνι» (κυριολεκτικά: «λιβάνι των αρωμάτων»  που καιγόταν στην τράπεζα των αρωμάτων του ναού ήταν φτιαγμένο από ίσα μέρη από διάφορα υλικά: «λάβε σεαυτώ ηδύσματα, στακτήν, όνυχα, χαλβάνην ηδυσμού και λίβανον διαφανή»  (Έξοδος 30:7, 34-35).Το χρησιμοποιούσαν γιά ιερούς και μόνον σκοπούς, μιάς και ο Θεός της Βίβλου δέν επέτρεπε άλλη χρήση. (Έξοδος 30:37-38).
Η Βίβλος είναι σαφής: το λιβάνι είναι ένα είδος προσευχής που ανεβαίνει προς τον Θεό(Ψαλμοί, 41:2, Αποκάλυψη  5:8; 8:3-4).  Όσο γιά το λάδι που αναφέρεται στη Βίβλο, είναι φυσικά το ελαιόλαδο, αφού οι ελιές είναι αυτοφυείς στη Μεσόγειο. ο μύρο με την έννοια του χρίσματος αναφέρεται 14 φορές στην Καινή Διαθήκη, και συχνότερα χρησιμοποιείται, στα ίδια συμφραζόμενα, η λέξη «μύρον», που πρέπει να είναι αιθέριο έλαιο.  Το λάδι της ελιάς, από την άλλη πλευρά, χρησιμοποιείτο ανέκαθεν γιά το μαγείρεμα, ως καλλυντικό, στις κηδείες, ως φάρμακο, γιά τις λάμπες φωτισμού και στις τελετουργίες.
   Η χρήση του ελαιόλαδου στον Ησαΐα  (1:6) και στο κατά Λουκάν  (10:34) είναι σαφώς ιαματική ενώ στο Κατά Μάρκον (6:13) συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα που έχει ιαματικές δυνάμεις. Είναι συνηθισμένο και ταιριαστό το χρίσμα με μιάν ουσία που διαθέτει τόσο καθαρκτικές και ιαματικές ιδιότητες.
   Πολλά αρωματικά φάρμακα της Βίβλου είναι λάδι με ρετσίνι και αιθέρια έλαια. Στην Έξοδο (30:23-25) περιγράφεται το λάδι του χρίσματος που χρησιμοποιούσαν οι ιερείς: ήταν ελαιόλαδο, μύρο, κανέλλα, «γλυκομύριστο καλάμι» και κασσία. Όπως και το incense, απαγορεύεται να χρησιμοποιείται αυτό το μίγμα γιά χρήση άλλην από εκείνη που όρισε ο Θεός(Exodus 30:31-33).s
    Τα περισσότερα από τα λάδια που αναφέρονται στη Βίβλο είναι αυτά που σήμερα ονομάζουμε αιθέρια έλαια  - δηλαδή τα έλαια που παράγονται από την «ουσία» του φυτού από το οποίο προέρχονται.









Οι Γυναίκες Εθεωρούντο Ακάθαρτες
Σε ολόκληρη την ιστορία, ιδίως στη Δύση, οι γυναίκες εθεωρούντο ακάθαρτες, ιδίως όταν είχαν περίοδο.
  Η Εβραϊκή παράδοση δέν επέτρεπε στις γυναίκες να πλησιάζουν τους ιερούς τόπους είτε εντελώς είτε μόνον όταν είχαν έμμηνη ρύση. Το ίδιο συνέβαινε και σε ορισμένες περιπτώσεις στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίου. Οι Πατέρες της Εκκλησίας έκαναν τα πράγματα χειρότερα θεωρώντας ότι οι γυναίκες μπορεί να μολύνουν τους ναούς, ιδίως το Ιερό και την Αγία Τράπεζα. Πολλοί θεολόγοι υποστήριξαν ότι οι γυναίκες δέν  είχαν το δικαίωμα να αναλαμβάνουν το ιερό έργο της διακονίας του Θεού.
   Ένα αποκαλυπτικό κείμενο γιά τις αρχές αυτής της προκατάληψης βρίσκεται στο Λευιτικόν (15,19-30) της Παλαιάς Διαθήκης:
«Όταν μιά γυναίκα αιμορραγεί… η ακαθαρσία της μηνιαίας της περιόδου θα διαρκέσει επτά ημέρες.»
«Όποιος τήν αγγίξει θα είναι ακάθαρτος μέχρι το βράδυ».
Σε όποιο κρεβάτι και αν καθίσει, θα είναι ακάθαρτο, κάθε κάθισμα στο οποίο θα καθίσει θα είναι ακάθαρτο. Όποιος αγγίξει το κρεβάτι της πρέπει να πλύνει το σώμα και τα ρούχα του και θα είναι ακάθαρτος μέχρι το βράδυ. Αν υπάρχει κάτι στο κρεβάτι ή στο κάθισμα στο οποίο κάθισε, θα είναι ακάθαρτο μέχρι το βράδυ. 
   Αν ένας άντρας κοιμηθεί μαζί της, θα τον προσβάλει η ακαθαρσία της περιόδου της. Θα είναι ακάθαρτος γιά επτά ημέρες. Και το κρεβάτι του θα είναι ακάθαρτο.
Αν μιά γυναίκα έχει αιμορραγία περισσότερες από τις μέρες τις περιόδου της, ή άλλες μέρες, όσο διαρκεί η ροή η γυναίκα θα είναι βρώμικη όπως και στην περίοδό της. 
  Όταν γιατρευτεί, θα αφήσει να περάσουν επτά ημέρες, και τότε θα είναι καθαρή. Την όγδοη ημέρα πρέπει να πάρει δύο περιστέρια … και να τά φέρει στον ιερέα, στην είσοδο… με το ένα ο ιερέας πρέπει να προσφέρει θυσία γιά την αμαρτία, και με το άλλο ένα ολοκαύτωμα. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο θα τελέσει ο ιερέας την τελετουργία της  atonement της προ του Γιαχβέ, γιά τη ροή που προκάλεσε την ακαθαρσία της. 
Τα Τέκνα του Ισραήλ προειδοποιούνται γιά να μήν μιάνουν τον ναό…»
Αυτοί οι νόμοι έγιναν ακόμη πιό πολύπλοκοι από τις ραβινικές παραδόσεις. Οι συνέπειες γιά τις γυναίκες ήταν αρκετές και σοβαρότατα αρνητικές, μιάς και γιά επτά μέρες κάθε μήνα οι γυναίκες θεωρούνταν ακάθαρτες. Επί πλέον, η γυναίκα που γεννούσε αγόρι εθεωρείτο ακάθαρτη γιά 40 ημέρες, ενώ το διπλό διάστημα , αν γεννούσε κορίτσι. (Λευτικόν, 12,1-8).
     Ο Ιησούς όχι μόνον δέχτηκε, αλλά και γιάτρεψε τη γυναίκα που αιμορραγούσε γιά χρόνια. Αυτό όμως δέν εμπόδισε τους Εκκλησιαστικούς Πατέρες να θεωρήσουν την έμμηνο ρύση ταμπού. Τα πρώτα 500 χρόνια οι Έλληνες και οι Σύριοι χριστιανοί δέν θεωρούσαν ακάθαρτη τη γυναίκα που είχε περίοδο. Στη Συρία ιδίως οι ιερείς προστάτευαν τις γυναίκες από τις πιό αρνητικές πλευρές του ταμπού της περιόδου. Η Διδασκαλία, ιερό κείμενο του 3ου αιώνα, εξηγεί ότι οι γυναίκες δέν είναι ακάθαρτες στη διάρκεια περιόδου τους, ότι δέν χρειάζεται να υποβάλλονται σε καθαρμούς και ότι οι σύζυγοί τους δέν χρειάζεται να τις εγκαταλείπουν σε κείνη την περίοδο. Η Apostolic Constitutions, εντολές της δυτικής Εκκλησίας  λίγο αργότερα, επαναλαμβάνει τις ίδιες εντολές. Ο Πάπας Γρηγόριος 1ος το 601 τονίζει με τη σειρά του την ίδια στάση: οι γυναίκες δέν πρέπει σε καμιά φάση της ζωής τους να  αναγκάζονται σε αποχή είτε από τη λειτουργία είτε από την θεία κοινωνία. Αυτή η θέση όμως επικαλύφθηκε από την προκατάληψη. Οι Χριστιανοί Πατέρες ξανάβαλαν την  υστερία σε βάρος των γυναικών στη χριστιανική ηθική. Η υστερία ξανάρχισε με τον Τερτυλλιανό (155 – 245) που δήλωνε ότι ακόμη και οι νόμιμοι γάμοι είναι μολυσμένοι. Ο άγιος Ιερώνυμος(347-419) προχώρησε περισσότερο: η διαφθορά, έλεγε, ενυπάρχει σε κάθε σεξουαλική πράξη. Ο γάμος, με το «βρώμικο σεξ» του, δημιουργήθηκε μετά την πτώση και την έξοδο από τον παράδεισο. Δέν είναι, λοιπόν, περίεργο που και ο Ιερώνυμος θεωρούσε τα «υγρά των εμμήνων» ως βρωμερά και ακάθαρτα. Ο άγιος Αυγουστίνος (354-430) δέν ήταν καλύτερος. Κήρυττε ότι η ευχαρίστηση της σεξουαλικής πράξης ισοδυναμούσε σχεδόν με το προπατορικό αμάρτημα. Ακόμη και στον γάμο το σεξ ήταν θανάσιμο αμάρτημα, γιατί αυτή είναι ο βασικός τρόπος με τον οποίο μεταβιβάζεται το αμάρτημα αυτό, εφ’ όσον ο ανθρώπινος σπόρος είναι πιά διεφθαρμένος. Είναι σαφές ότι γι’ αυτόν οι γυναίκες δέν μπορούν να γίνουν ιερείς ούτε καν να υπηρετούν με άλλε ιδιότητες στο Ιερό.
    Η σεξουαλική επαφή στον γάμο επιτρέπεται μόνον λόγω της ανθρώπινης αδυναμίας ή γιά την τεκνοποιία.
   Αν ο Αδάμ και η Εύα δέν είχαν αμαρτήσει, ο Θεός ίσως να δημιουργούσε παιδιά γι’ αυτούς χωρίς την σεξουαλική πράξη που είναι θανάσιμο αμάρτημα αν δέν γίνεται γιά την αναπαραγωγή και μόνον. Άλλωστε και ο Ιησούς δέν γεννήθηκε από τις αμαρτίες της σάρκας. Η ντροπή γιά τη σεξουαλική πράξη αποδεικνύει ότι προέρχεται από το προπατορικό αμάρτημα. Λόγω του αμαρτήματος αυτού είναι διεφθαρμένος ο ανθρώπινος σπόρος. Έτσι η «αδιάντροπη λαγνεία», δηλαδή η ευχαρίστηση της σεξουαλικής επαφής, είναι αρρώστια. Ο καλός χριστιανός μισεί στη σύζυγό του την πλευρά αυτή των συζυγικών του υποχρεώσεων. Το τέλειο χριστιανικό ζευγάρι ζει αδελφικά.

Η Εκκλησιαστική Πρακτική τους επόμενους Αιώνες

Ήδη από το 241 ο Διονύσιος, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, έγραφε ότι οι γυναίκες, όταν έχουν περίοδο, δέν πρέπει να πλησιάζουν την Αγία Τράπεζα, ή να αγγίζουν τα Άγια των Αγίων, ούτε να μπαίνουν στις εκκλησίες, αλλά να προσεύχονται αλλού. Αυτή ήταν η εξαίρεση στην Ανατολική Εκκλησία, όπου οι γυναίκες γίνονταν διακόνισσες. Το πρόβλημα προερχόταν από τη  Δύση, από τις λατινόφωνες χριστιανικές περιοχές της Βόρειας Αφρικής, της Ιταλίας της Γαλατίας και της Βρετανίας.
   Η Σύνοδος της Καρχηδόνας από το 345 επέβαλε νόμους αποχής στους επίσκοπους, τους ιερείς και τους διακόνους.
     Άλλες σύνοδοι στη Γαλλία το 441 και το 517 αποφάσισαν ότι δέν θα υπήρχαν πλέον διακόνισσες σε ορισμένες περιοχές – και ο λόγος ήταν προφανής: επρόκειτο γιά τον φόβο μήπως μολύνουν τους ναούς οι γυναίκες με περίοδο.
Το 494 ο Πάπας Γελάσιος 1ος δήλωσε πως είχε αντίρρηση να υπηρετούν οι γυναίκες στην Αγία Τράπεζα.
    Η Σύνοδος της Auxerre (588) όρισε ότι οι γυναίκες έπρεπε να καλύπτουν τα χέρια τους με ειδικό ιερό ύφασμα γιά να δέχονται την κοινωνία.
   Η Σύνοδος της Royen (65) απαγόρευε στους ιερείς να δίνουν σε γυναίκες το δισκοπότηρο ή να τίς αφήνουν να βοηθούν στο μυστήριο της Κοινωνίας.
    Ο επίσκοπος Τιμόθεος της Αλεξανδρείας (680) όρισε ότι οι παντρεμένοι δέν έπρεπε να κάνουν έρωτα τα Σάββατα, τις Κυριακές και την παραμονή της κοινωνίας. Όσες γυναίκες είχαν περίοδο δέν μπορούσαν να βαφτιστούν ή να μπουν στην εκκλησία το Πάσχα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία στις μέρες μας βάζει επισήμως ακόμη μεγαλύτερους περιορισμούς.
Ο επίσκοπος Θεόδωρος του Καντέρμπουρυ (690), αγνοώντας το γράμμα του Πάπα Γρηγορίου στον προκάτοχό του, απαγόρευσε στις γυναίκες να μπαίνουν στην εκκλησία ή να κοινωνούν όταν είχαν περίοδο. Οι μητέρες έμμεναν ακάθαρτες γιά σαράντα μέρες μετά τη γέννα.
 Ο επίσκοπος Θέοντουλφ (Theodulf) της Ορλεάνης (820) απαγόρευε στις γυναίκες να μπαίνουν στο ιερό και πρόσθετε:  «Οι γυναίκες πρέπει να θυμούνται την αδυναμία και την κατωτερότητα του φύλου τους. Επομένως πρέπει να φοβούνται να αγγίζουν όποια ιερά αντικείμενα βρίσκονται στη φροντίδα της Εκκλησίας
Σχολαστικοί Θεολόγοι και η Τελετουργική Ακαθαρσία των Γυναικών
Η ίδια φανατική θέση γιά την ακαθαρσία των γυναικών συνεχίστηκε και στον Μεσαιωνα.
   « Οι γυναίκες δέν επιτρέπεται να επιτρέπεται να επισκέπτονται την εκκλησία στη διάρκεια των εμμήνων τους ή μετά τη γέννα. Διότι η γυναίκα είναι ένα ζώο που αιμορραγεί. Με το άγγιγμα οι καρποί δέν ωριμάζουν. Η μουστάρδα σαπίζει, η χλόη ξεραίνεται και τα δέντρα χάνουν τους καρπούς πριν την ώρα τους. Το σίδερο σκουριάζει και ο αέρας σκοτεινιάζει. Όταν τρώνε (το αίμα της) τα σκυλιά, εκδηλώνουν λύσσα.» [12]
     Οι γυναίκες δέν μπορούν να δώσουν την Αγία Κοινωνία στους αρρώστους και μένουν μακριά από την Εκκλησία μετά τη γέννα. Η αιτία; Το αίμα τους είναι βδελυρό, μολυσμένο. Γι’ αυτό και θεωρείται πολύ επικίνδυνη η σεξουαλική επαφή στη διάρκεια της περιόδου.
     Οι γυναίκες δέν έχουν επισήμως δικαίωμα να αγγίζουν τα ιερά αντικείμενα που χρησιμοποιούνται στη λειτουργία. Οι παλιότεροι Βιβλικοί νόμοι απαγόρευαν την είσοδο στον Ναό στις λεχώνες:  η απαγόρευση ίσχυε γιά σαράντα μέρες, αν η γυναίκα είχε γεννήσει αγόρι, και ογδόντα μέρες αν είχε γεννήσει κορίτσι. Λόγος; η σύλληψη του παιδιού γίνεται με μιά πράξη που θεωρείται καθ’ εαυτή βρώμικη. Παράλληλα το θηλυκό παιδί, μιάς και θα είχε περίοδο μεγαλώνοντας, ήταν προφανώς πιό ακάθαρτο από το αρσενικό παιδί, που δέν βαρυνόταν εξ άλλου από το προπατορικό αμάρτημα. Πιστευόταν άλλωστε ότι τα θηλυκά έμβρυα χρειάζονταν διπλό χρόνο από τα αρσενικά γιά να διαμορφωθούν. [13]


   Η υποτιθέμενη απουσία τελετουργικής καθαρότητες από τις γυναίκες οδήγησε σε πολλές απαγορεύσεις από την Εκκλησία. Ενώ έχουν γίνει πολλές σχετικές μελέτες γιά την Καθολική Εκκλησία, δέν έχουμε τίποτα επίσημο γιά την Εκκλησία της Ελλάδας, που όμως δέν είναι και πολύ περισσότερο προοδευτική από τις άλλες Χριστιανικές Εκκλησίες. Παραμένει ανοιχτό το αίτημα της μελέτης και της καταγραφής αρχικά και κατόπιν και της ερμηνείας των απαγορεύσεων.







[1] Η φράση επναλαμβάνεται συχνά στα Ευαγγέλια
[2]  στο Κατά Ιωάννην 1:29, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής βλέποντας τον Ιησού αναφωνεί: Ιδε ο Αμνός το Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου
[3]  Κατά Ματθαίον 28, 19:20:  πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς….εγώ μεθ’ ημών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος και πιό πάνω, 28:9:     Μή φοβείσθε, υπάγετε απαγγείλατε τοις αδελφοίς μου ίνα απελθώσιν εις την Γαλιλαίαν κακεί μέ όψονται
[4] Ματθ. 24:5, 23: πολλοί γαρ ελεύσουσι επί τω ονόματί μου λέγοντες, εγώ ειμι ο Χριστός και υμάς πλανήσουσι και   Λουκ. 17:21) : ουδέ ερούσιν, ιδού ώδε ή ιδού εκεί. ιδού γαρ η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστι
[5] Λουκ. 17:1
[6] Μαρκ. 4:2: και εδίδασκεν αυτούς εν παραβολαίς πολλά και 9:15 Επίσης  Μαρκ. 16:15: Και είπεν αυτοίς, πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το Ευαγγέλιον εις τον κόσμον άπαντα
[7] Ιωαν. 11:5 ηγάπα δε ο Ιησούς την Μάρθαν και την αδελφήν αυτής και τον Λάζαρον
 Λουκ. 10:38-42: Εγένετο δε εν τω πορεύεσθε αυτούς και εισήλθεν εις κώμην τινά. Γυνή δέ τις ονόματι Μάρθα υπεδέξατο αυτόν εις τον οίκον αυτής. Και τήδε ην αδελφή καλουμένη Μαρία, ή και παρακαθήσασα παρά τους πόδας του Ιησού ήκουε τον λόγον αυτού. Η δέ Μάρθα περιεσπάτο περί πολλήν διακονίαν. Επιστάσα δε είπε: Κύριε, ού μέλλει σοι ότι η αδελφή μου μόνην μέ κατέλιπεν διακονείν; Ειπέ ουν αυτή ίνα μοι συναντιλάβηται. Αποκριθείς δέ είπεν αυτή ο Ιησούς: Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζη περί πολλά. Ενός δε έστι χρεία. Μαρία δέ την αγαθήν μερίδα εξελέξατο, ήτις ουκ αφαιρεθήσεται εξ αυτής.
[8] Ματ. 6:21:   όπου γαρ έσται ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών.
[9]. Ματθαίον 7:11:  εί ουν υμείς, πονηροί όντες, οίδατε δόματα αγαθά διδόναι τοις τέκνοις υμών, πόσω μάλλον ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς δώσει αγαθά τοις αιτούσιν αυτόν;
[10]  Ιωάννην 4:27:  ο Ιησούς βρίσκεται στη Σαμάρεια, στην πόλη Συχάρ και συναντά μιά Σαμαρείτιδα κοντά στο πηγάδι. Τής ζητά να τού δώσει νερό κι’ αυτή απορεί, μιάς και Ιουδαίοι και Σαμαρείτες είχαν παλιά θρησκευτική και εθνική έχθρα και δέν μιλιόνταν καν. Ο Ιησούς τής λέει ότι μπορεί αυτός να τήν κάνει να ξεδιψάσει γιά πάντα με τη διδασκαλία και το μήνυμά του. Έρχονται οι μαθητές και απορούν: (και επί τούτο ήλθαν οι μαθηταί αυτού) και εθαύμασαν ότι μετά γυναικός ελάλει. Ουδείς μέντοι είπεν, τί ζητείς ή τί λαλείς μετ’ αυτής; Αφήκεν ουν την υδρίαν αυτής η γυνή και απήλθεν εις την πόλιν και λέγει τοις ανθρώποις: δεύτε ίδετε άνθρωπον ός ειπέ μοι πάντα όσα εποίησα. Μήτι ούτος εστίν ο Χριστός;  Εδώ, εκτός από την ομοιότητα του Κατά Ιωάννην με το Κατά Μαρίαν Ευαγγέλιο, έχουμε μιάν ακόμη εκπληχτική λεπτομέρεια: η ανώνυμη Σαμαρείτις είναι αυτή  που πρώτη ανακοινώνει στους ανθρώπους ότι συνάντησε τον Μεσσία. Θα αρκούσε μιά λίγο πιό προσεχτική ματιά στα Ευαγγέλια γιά να βεβαιωθούμε ότι η θέση των γυναικών ως αποστόλων και ιερειών είναι πολύ σημαντικότερη απ’ αυτήν που μάς δίνουν οι παραδοσιακοί αναλυτές στα σχολεία και στους άμβωνες.
[11]  Λουκά, 10:30-42 Εδώ αναφέρεται ξανά η ιστορία της Μάρθας και της Μαρίας με έμφαση, όμως, στην παλιά φιλία των γυναικών αυτών με τον Ιησού.












[12] Paucapalea, Summa, Dist. 5, pr. § 1 v.
[13] Sicardus of Cremona, Mitrale V, κεφ. 11

No comments: