Γυναικεία Πνευματικότητα

Popular Posts

Popular Posts

Search This Blog

Total Pageviews

Tuesday, April 5, 2011

Μία ή Πολλές -Η Μεγάλη Θεά ξανά: από το ετήσιο συνέδριο της Σχολής Φεμινιστικής Θεολογίας, Δουβλίνο Ιούλιος 1966


 Μία ή Πολλές 
της Άσφοντελ Λονγκ
πρώτο μέρος
Ακόμα και οι έμπειροι διανοούμενοι και μελετητές συχνά ξαφνιάζονται όταν ανακαλύπτουν τη Μεγάλη Θεά εδώ κι’ εκεί, σχεδόν παντού, να μεταβάλλεται από το ένα (πολιτιστικό) άνθος στο άλλο… 
Panos D. Bardis (1988:89)
Είμαι πολύ ευτυχής που βρίσκομαι εδώ στην άγια Ιρλανδία, που μού φαίνεται πολύ σωστός τόπος για την εξερεύνηση του θέματός μου σήμερα: το θέμα «της θεάς - που είναι μία και πολλές» . Είναι στο μυαλό μου εδώ και πολύ καιρό καθώς βλέπω τις παρανοήσεις γενικά και μερικές φορές τους λεκτικούς πολέμους που συμβαίνουν ανάμεσα στους ανθρώπους εκείνους που θα μπορούσαν αληθινά να βρουν πολλά κοινά μεταξύ τους αν κοιτούσαν πέρα από τις παραδοσιακές σημασίες των λέξεων. Συγκεκριμένα έχω βοηθηθεί στην κατανόηση του θέματος από το ίδιο το θέμα του συνεδρίου αυτού: «Όντας Γυναίκες: Τρόποι της Γνώσης», μιας και τώρα και μόνον αρχίζει να εμφανίζεται κάποια έρευνα αυτού του φαινομένου. Πιστεύω πως δέν υπάρχει κάποια γενική συμφωνία σήμερα για τη σημασία του όρου «Η Θεά» ανάμεσα σε όσες τον χρησιμοποιούν και όσες τον διαβάζουν.  
Σε αυτήν την εισήγηση θα προσεγγίσω διάφορες απόψεις γι’ αυτό το θέμα όπως το έχω βρει στις δύο δεκαετίες της ενασχόλησής μου με τον ακτιβισμό της Θεάς. Πρόκειται για ένα πολύ αρχικό στάδιο προς την αποσαφήνιση του πεδίου πριν γίνει μπορετό να αρχίσει η δόμηση ενός ορισμού. Όμως ελπίζω πως τα συμπεράσματα ίσως βοηθήσουν στη συμφιλίωση των ανθρώπων που προέρχονται από διαφορετικές παραδόσεις και έτσι να απελευθερωθεί η ενέργεια για την εκπλήρωση των κοινών μας ελπίδων και των αγώνων μας.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κατανοήσει κανείς τον όρο «η Θεά». Ο πρώτος, με τον οποίο  θα ασχοληθώ κάπως λεπτομερέστερα,  επειδή είναι ίσως ο πιό αμφιλεγόμενος, είναι πως υπάρχει μία μοναδική υπέρτατη οικουμενική θεότητα που αναγνωρίζεται και γίνεται δεχτή ως θηλυκή. Αυτή η θεότητα, σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, είναι το θηλυκό αντίστοιχο του Θεού και τον αντικαθιστά ως Μόνο Δημιουργό Ον. Στο σχήμα αυτό, «εκείνος», που αναφέρεται με το όνομά του αλλά δίχως φύλο,  «παρουσιαζόταν» μέχρι σήμερα με αρσενική γλώσσα, που χρωμάτιζε και διέστρεφε τη θέση της γυναίκας στις τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες και στη Δυτική κουλτούρα και τις αντίστοιχες κοινωνίες. «Εκείνη» είναι η αρχαία Μητέρα που,  με πολλές μορφές και ονόματα, λατρεύτηκε από τους ανθρώπους γιά ένα τεράστιο διάστημα από τα παλαιολιθικά χρόνια μέχρι την εγκαθίδρυση του μονοθεϊσμού στον  Δυτικό κόσμο. Κατόπιν φαινομενικά νικήθηκε για περίπου 1500 χρόνια  και τώρα επιστρέφει ξανά με όλη της τη δύναμη. Όπως και στα άλλα περιεχόμενα αυτού του όρου – θα τα παρουσιάσω αργότερα – είναι η θεά για τις γυναίκες, αλλά και για τους άντρες που θέλουν να την ακούσουν, μιά θεά που θα σώσει όχι την ατομική ψυχή αλλά, με τη βοήθεια των πιστών της, τον ίδιο τον πλανήτη. Μάς δίνει ένα εναλλακτικό  όραμα της θηλυκής θεότητας, επιβεβαιώνει την ιερότητα της φυσης και διασώζει τα σώματα και τη βιολογία των γυναικών από την εχθρότητα των κληρονομημένων Δυτικών θρησκευτικών ιδεών. Ο χαρακτήρας του μηνύματός της είναι διαφορετικός από τα μηνύματα του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του Ισλάμ αλλά ένα στοιχείο παραμένει το ίδιο: αυτή η θέαση της Θεάς ουσιαστικά την βάζει στη θέση του κατόπτρου του Θεού, με την έννοια ότι είναι η Μία και Μοναδική.  
   Αυτή η αντίληψη κερδίζει δύναμη, αρκετά απροσδόκητα, ως απάντηση στις προκλήσεις που προέρχονται από τους ακαδημαϊκούς, κυρίως από κείνες που σχετίζονται με το έργο της Αμερικανολιθουανής αρχαιολόγου Μαρίγια Τζιμπουτάς. Αυτή η διανοούμενη που πέθανε πρόσφατα μεταβάλλεται, όπως φαίνεται, σε εικόνισμα από έναν μεγάλο αριθμό «ακολούθων» της. Επειδή ποθούν να την προστατέψουν από αυτό που θεωρούν πατριαρχική εκμηδένιση, και επειδή υπάρχει ένα υπόγειο ρεύμα «αντιδιανοουμενισμού» στο κίνημα της Θεάς, υπάρχουν γυναίκες που υιοθετούν μιά φονταμενταλιστκή στάση υπέρ της Τζιμπουτάς. Αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά στο έργο της.
   Γεννήθηκε στη Λιθουανία το 1921 και έφτασε στις ΗΠΑ μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο με ντοκτορά στην αρχαιολογία. Ειδικεύτηκε την προϊστορία και τον πολιτισμό της Νότιας Ευρώπης και γρήγορα κέρδισε διακεκριμένη θέση, απολαμβάνοντας για πολλά χρόνια την εκτίμηση των συναδέλφων της. Το 1974 δημοσίευσε το «Θεοί και Θεές της Παλαιάς Ευρώπης» που έγινε ευρέως γνωστό και οριοθέτησε μιάν αλλαγή στην κατεύθυνσή της, προκαλώντας πολλή κριτική.  Ταυτόχρονα είχε άμεση επίδραση στο κίνημα της θεάς, κίνημα που γεννιόταν εκείνη την εποχή. Η Τζ(ιμπουτάς) δημιούργησε τον όρο «Παλαιά Ευρώπη» για να περιγράψει (αντιγράφω) «έναν προ-ινδοευρωπαϊκό πολιτισμό… μητροκεντρικό και πιθανώς μητρογραμμικό, αγροτικό, ισόνομο και ειρηνικό… Χαρακτηριζόταν από τη γυναικεία κυριαρχία στην κοινωνία και την λατρεία μιάς  Θεάς που συμβόλιζε τη δημιουργική αρχή ως Πηγή και Δότρια του Παντός. Σε αυτόν τον πολιτισμό το αρσενικό στοιχείο… συμβόλιζε τις αυθόρμητες δυνάμεις που τόνιζαν αλλά δέν γεννούσαν ζωή» (Gimbutas 1974/1982:9). Όταν ανατυπώθηκε το βιβλίο, οκτώ χρόνια αργότερα, η συγγραφέας είχε πλέον αλλάξει τον τίτλο σε «Θεές και Θεοί της Παλαιάς Ευρώπης» για να τονίσει την προτεραιότητα του Θηλυκού στοιχείου. Αυτός ο μητροκεντρικός τρόπος ζωής διασπάστηκε, δήλωνε η Τζ., από μιά κουλτούρα όπου κυριαρχούσαν οι άντρες, που ήταν προσανατολισμένη στον πόλεμο, με ινδοευρωπαϊκό χαρακτήρα, και που εισέβαλε από την Ανατολή μεταξύ 4500 και 2500 π.κ.ε. Γράφει: «εκείνη την περίοδο, οι θηλυκές θεότητες, ή ακριβέστερα η Θεά Δημιουργός στις πολλές της μορφές αντικαταστάθηκε λίγο πολύ από τις κατ’ εξοχήν αρσενικές θεότητες των Ινδοευρωπαίων». (ibid)
    Αυτό το σενάριο έχει υποστεί ευρεία και έντονη κριτική – έχω να πω αρκετά επ’ αυτού αργότερα. Επίσης θα ήθελα να κρατήσετε τη φράση «οι θηλυκές θεότητες , ή ακριβέστερα η Θεά Δημιουργός» μιας και θα την συζητήσουμε λεπτομερέστερα. Προς το παρόν θα μείνω στην Τζ.
   Με αυτά τα δύο βιβλία, το πρωτότυπο και την αναθεωρημένη έκδοση, αλλά αργότερα με δύο μνημειώδη έργα, τα «Η Γλώσσα της Θεάς» (The Language of the Goddess , 1989) και «Ο Πολιτισμός της Θεάς (The Civilisation of the Goddess,1991)  παρουσίασε το υλικό της λίγο ιδιόμορφα. Η εξαιρετική συλλογή της των εικόνων από την προϊστορική ανατολική είχε Ευρώπη είχε λεζάντες που σχετίζονταν όχι μόνο με τις θεές αλλά και με ποιές λειτουργίες ή σύμβολα συνδέονταν με τις θεές αυτές. Έτσι ορισμένες χαρακτηρίζονταν ζωοδότειρες, άλλες συμβόλιζαν την αναγέννηση και τον θάνατο, άλλες την ενέργεια και την εξέλιξη. Οι εικόνες της Τζ. είναι εξαιρετικές και η προέλευσή τους καταγράφεται με ακρίβεια, αλλά η συγγραφέας παρέχει ελάχιστες ή καθόλου εξηγήσεις για αυτά που μάς βεβαιώνει πως είναι η σημασία τους.  
   Είναι προφανές ότι αυτή η μεθοδολογία θα αντιμετώπιζε κριτική. Η Τζ. δέχτηκε επιθέσεις από τους συναδέλφους της αρχαιολόγους για την έλλειψη ακρίβειας και της αστήριχτες υποθέσεις της, κυρίως υπό το φως της προηγούμενης δουλειάς της που έχαιρε μεγάλης εκτίμησης.  Οι παραδοσιακές αμφισβητήσεις για τις απόψεις της περί των προϊστορικών εισβολών στην Νοτιοανατολική Ευρώπη μπλέχτηκαν  με τον εκνευρισμό για τις υποθέσεις της περί ενός Χρυσού Αιώνα. Αυτές οι υποθέσεις προκάλεσαν ενόχληση. Οι συνάδελφοί της άρχισαν να την καταγγέλλουν και να την απορρίπτουν αν και, όταν πέθανε, της απόδοσαν τεράστιες τιμές για το παλαιότερο έργο της. Στο δικό μας πεδίο, η φεμινίστρια θεολόγος Παμ Λυνν (Pam Lunn), συζητώντας τις θεωρίες για την «χρυσή εποχή» μάς προειδοποίησε να είμαστε επιφυλακτικές στην εξάρτησή σας «από εικόνες του παρελθόντος για να δώσουμε εγκυρότητα ή να στηρίξουμε τις προσδοκίες του παρόντος, για να μήν γινόμαστε ευάλωτες σε κάποιες επανεκτιμήσεις της ιστορίας που μπορεί να υπονομεύουν τις τωρινές μας απόψεις ή να μάς παγιδεύουν σε εκκεντρικά απόνερα γραφικών θεωριών» (1993:35).
    Πιό πρόσφατα βγήκαν στο προσκήνιο οι φεμινίστριες αρχαιολόγοι και εδώ η εικόνα αλλάζει. Η Λυνν Μέσκελ (Lynn Meskell), σε μιάν ευρεία θεώρηση των θεωριών της Τζ. για τη θεά  (1995a&b) κατέκρινε την επανεμφάνιση των μητριαρχικών θεωριών του 19ου αιώνα, που σήμερα δέν θα άντεχαν στην κριτική.  Ασκεί κριτική σε αυτό που αποκαλεί «εκμετάλλευση του παρελθόντος για την επίτευξη κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών στα τέλη του 20ού αιώνα» (1995b:1)  και καταλήγει πως δέν μπορεί να δικαιολογηθεί αυτό το φαινόμενο. Όμως τονίζει πως μπορούμε να το εκλάβουμε ως μιά μορφή μυθοποιίας με την οποία δομείται ή αναδομείται μιά πολιτιστική ταυτότητα. Παρατηρεί: «Οι περισσότερες εικόνες και τα περισσότερα τεχνουργήματα είναι δανεισμένα, αν όχι και οικειοποιημένα και έτσι τα συμφραζόμενα, οι σημασίες και  οι συμβολισμοί τους μεταβάλλονται ή χάνονται εντελώς. Η τάση για τη  Δυτικοί αποίκιση των αρχαίων πεδίων συνεχίζεται… φαίνεται πως η μυθοποιία ως είδος διαθέτει εγγενείς δομές που κάνουν το παρελθόν περισσότερο κατοικήσιμο αλλά και το μετατρέπουν σε παρήγορο αρχέτυπο  που δυνητικά δίνει ένα  μοντέλο για την επόμενη χιλιετία. Το παρελθόν δέν είναι απλώς  μιά ξένη χώρα… είναι ο δρόμος μας για την επιστροφή στο μέλλον». (1995b:8-9) Θεωρώ αυτήν την προσέγγιση άκρως βοηθητική, μιάς και δείχνει δρόμους γνώσης όχι άμεσα προφανείς αλλά πλήρεις υποσχέσεων.
   Οι φεμινίστριες αρχαιολόγοι Μάργκαρετ Κόκνυ και Ρουθ Τρίνγκαμ (Margaret Conkey and Ruth Tringham (1995) μάς δίνουν μιά βαθιά κριτικη στις μεθόδους και σε ορισμένα από τα συμπεράσματα της Τζ., παρατηρούν δε ότι « η έρευνα της αναγέννησης της θρησκείας της θεάς μάς παρέχει σημαντικές προσεγγίσεις σε ορισμένες κρίσιμες των φεμινιστικών θεμάτων: έτσι ακριβώς μάς παρέχει νέες προσεγγίσεις στα αρχαιολογικά θέματα.» (1995:200)  Η ανάλυσή τους, που πυροδοτήθηκε από την ανάλυση που έκαναν του έργου της Τζι., προχωρά στην κριτική της ανδροκεντρικής δομής της αρχαιλογίας και της θεώρησης που έχουν πολλοί από τους άντρες συναδέλφους τους. Οι συγγραφείς σημειώνουν: “Βλέπουμε πλέον ότι η έρευνά μας αφορά σε θέματα – κλειδιά των σύγχρονων αρχαιολογικών ερμηνειών, ειδωμένων μέσω του θέματος της Θεάς,όσο και  στον τρόπο με τον οποίο το κίνημα της Θεάς βλέπει την αρχαιολογία.» (ibid). Καταλήγουν στο ότι η αρχαιολογία πρέπει να ασχοληθεί με την φεμινιστική σκέψη και ότι «αυτό που παλιότερα φαινόταν προφανές σήμερα απαιτεί να εξηγηθεί ξανά.» (1995:23O) Αν και έχουν διαφορές από την Τζ., θεωρούν ότι η μετατόπιση που εκείνη προκάλεσε στη μελέτη είναι έγκυρη και ισχυρή.  
    Μένει κανείς  με την αίσθηση ότι η συνεισφορά της Τζ. είναι τεράστια, αν και όχι με τους τρόπους που εκείνη θεωρούσε πρωταρχικού για την ίδια ενδιαφέροντος. Όπως συνέβη και με τις σύγχρονές της φεμινίστριες που μελέτησαν ερευνητικά την προϊστορία και την ιστορία των γυναικών -έχω στο μυαλό μου τις Ελίζαμπεθ Γκουλντ Νταίηβις με το βιβλίο της Το Πρώτο Φύλο και Έβελυν Ρηντ με το Η Εξέλιξη των Γυναικών ( Elizabeth Gould Davis, The First Sex και  Evelyn Reed, Women's Evolution) – που  εκδόθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’70 – μεγάλα τμήματα της δουλειάς της Τζ. ίσως υπήρξαν πλανεμένα, ακόμη και λαθεμένα, σίγουρα αμφισβητήσιμα και εμφανώς ελλιπή σε αρκετά συμπεράσματα (τουλάχιστον στα τελευταία της βιβλία) όμως τόσο η ίδια όσο και το έργο της υπήρξαν κρίσιμα για τη γέννηση και την ανάπτυξη της γυναικείας πνευματικότητας,  των φεμινιστικών θρησκευτικών σπουδών και την απελευθερωτική γνώση ότι η γυναικεία θεϊκότητα – με την έννοια του Θείου – μπορεί να οδηγήσει τις γυναίκες παντού. Η Τζ. – και κείνες οι άλλες  συγγραφείς – άνοιξαν για τις γυναίκες έναν δρόμο στη γνώση που τώρα δέν μπορεί πλέον να αντιστραφεί, άσχετα από τα λάθη και τα σφάλματα. Προσωπικά θλίβομαι με τη μεθοδολογία της Τζ. Όμως συνέβαλε στο ξεκλείδωμα για μένα και για πολλές άλλες γυναίκες  ενός πεδίου όπου μπόρεσα να βρω την εαυτή μου, μπόρεσα να ξεφύγω από το ανδροκεντρικό πνεύμα και την αιχμαλωσία του σώματος και βρήκα την ελευθερία να εξερευνήσω τη γυναικεία μου δύναμη.  Χορεύοντας σε τούτο το πεδίο, νοιώθω ότι μπορώ να  δώσω μιάν εξήγηση για την μή σχολαστική, άτυπη, μή επιστημονική μέθοδό της.  Για δέκα χρόνια πάλεψε με τον καρκίνο, τόσο με την ίδια την αρρώστια όσο και με τις σκληρές της θεραπείες.  Μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία, αντιμετώπιζε χημιοθεραπείες και ραδιοθεραπείες. Ένοιωθε πως επειγόταν φοβερά. Το μήνυμα που είχε για τις γυναίκες έπρεπε να γραφτεί και να τυπωθεί παρά το αμείλικτο ρολόι.  Είναι εκπληκτικό το ότι έφερε σε πέρας το τεράστιο έργο της, αλλά και καταθλιπτικό το ότι πρέπει να αισθανόταν πως δέν είχε χρόνο και ενέργεια για τον επιστημονικό έλεγχο. Ξέρω πως στο τέλος  η δουλειά της έμοιαζε αντιπαραγωγική, επειδή δέν υπάρχει ευθεία απάντηση στην κριτική. Όμως κατάφερε στο τέλος να μάς εμπνεύσει με έναν τρόπο γνώσης που μάς ενδυναμώνει. Δέν χρειάζεται να πιστεύουμε στη χρυσή εποχή των μητριαρχιών ούτε στην απόλυτη θηλυκή κυριαρχία, αν και θα ήθελα να έχω περισσότερες  αποδείξεις για την ισότιμη κοινωνία που ονειρευόμαστε.  Η μετατόπιση της γνώσης και των δρόμων της άνοιξε καινούρια πεδία για το προχώρημα των γυναικών όχι μόνον στην πνευματικότητα αλλά και στην αναγνώριση, και στην αναθεώρηση του ανδροκεντρισμού σε πολλά γνωστικά πεδία .
   Θα ήθελα τώρα να μιλήσω με άλλες αντιλήψεις γύρω από την ιδέα της θεάς.  Στο κείμενό μου γιά το περιοδικό Φεμινιστική Θεολογία ( Feminist Theology (Jan. 1994)  παρουσίασα μιά σειρά διαφορετικών σημασιών που έχει αυτή η λέξη για τις γυναίκες τις δύο τελευταίες δεκαετίες. Προσπάθησα να δείξω ότι γιά πολλά χρόνια δέν παρουσιάστηκε η σκέψη να οριστεί η θεά. Είταν οποιαδήποτε και όλες μαζί οι θεές από όλες τις πηγές. Πάνω απ’ όλα συμβόλιζε τη θεότητα γιά τις γυναίκες: δέν την στερούμασταν όπως την είχαμε στερηθεί τόσον καιρό. Έγραφα τότε «είναι ασήμαντο αν η θεά είναι η υπέρτατη θεότητα ή μιά θεότητα… η θεά είναι το συνώνυμο της καινούριας αυταξίας που ανάκτησαν οι γυναίκες. Οι γυναίκες μπορούν τώρα να αναφωνήσουν: Είμαι η εικόνα της θεϊκότητας, αναγνωρίζομαι, τόσον καιρό μού έλεγαν ψέμματα,  δέν είμαι και ποτέ δέν είμουν κατώτερη ή υποταγμένη. Μιά γυναίκα το συνόψισε   λέγοντας ότι όταν βρήκε αυτό το υλικό ήταν σαν να ανακάλυπτε μιά πυξίδα στο σκοτάδι»  (1994:15)
    Μένω με αυτή τη σκέψη. Η θεά ως σύμβολο της γυναικείας αυταξίας έχει υποστηριχτεί ευρέως από πολλές γυναίκες, από την Κάρολ Κριστ (Carol Christ (1978:8-13)  ως τη Μελίσσα Ράφαελ ( Melissa Raphael) που έγραψε πρόσφατα (1996) ένα σπουδαίο βιβλίο για τα σώματα των γυναικών ως θείες ενσαρκώσεις. Υπάρχει ομοφωνία ως προς το ότι οι γυναίκες κερδίζουν σε ενδυνάμωση μέσα από τη συνείδηση της θεάς, άσχετα από τη θεαλογία, το δόγμα ή οποιαδήποτε άλλη κατηγορία τους. Το κίνημα προς έναν μονοθεϊσμό έχει διαμορφωθεί μόνον πρόσφατα και οφείλεται σε μεγάλο ποσοστό, νομίζω, στην επιρροή της Τζ.  Βέβαια η Μόνικα Ζοο (Monica Sjoo), από τις πρώιμες ακτιβίστριες της θεάς, έχει μιλήσει από πολύ καιρό – και για πολύ καιρό - για τη θρησκεία της μεγάλης κοσμικής μητέρας και το ομώνυμο βιβλίο που συνέγραψε με την Μπάρμπαρα Μορ (Barbara Mor) το1987 άσκησε μεγάλην επιρροή. Σ’ αυτό το βιβλίο οι συγγραφείς ταξιδεύουν από ήπειρο σε ήπειρο και από εποχή σε εποχή, παρουσιάζοντας θεές από κάθε τόπο και εποχή. Γιά την αναγνώστρια παρουσιάζεται πολύ δυνατά η ιδέα ότι η δημιουργός θεά έχει μυριάδες ονόματα και δυνάμεις, ενώ δέν συζητείται η  θεαλογία  περί του αν είναι μία και μόνη, ή αν έχει πολλές μορφές, ούτε καμία  άλλη πλευρά του θέματος.
    Πρόσφατα, όμως, έχει αρχίσει να εκδηλώνεται ενδιαφέρον γι’ αυτό το θέμα. Μιά αμερικανίδα ερευνήτρια, η Σύνθια Έλλερ (Cynthia Eller) στο βιβλίο της Ζώντας στην Αγκάλη της Θεάς ("Living in the Lap of the Goddess" (1995) δηλώνει πως η φεμινιστική πνευματικότητα είναι ένα από τα ταχύτερα αναπτυσσόμενα θρησκευτικά κινήματα στις ΗΠΑ. Ασχολούμενη με το θέμα Ποιά είναι η Θεά; περιγράφει τη δυσκολία της απόφασης αν έπρεπε να χρησιμοποιήσει ενικό ή πληθυντικό όταν αναφερόταν στη θηλυκή θεϊκότητα.  (1995:132).  Στην ερώτηση Πιστεύετε σε Μιά Θεά; την οποία υπέβαλε σε επιλεγμένες λίστες γυναικών που δήλωναν ότι ενδιαφέρονταν για τη γυναικεία πνευματικότητα, συχνά λάβαινε την απάντηση «Πιστεύω σε πολλές θεές». Όμως στις συζητήσεις που ακολουθούσαν, οι συμμετέχουσες στην έρευνα επίμονα χρησιμοποιούσαν ενικό αριθμο. Γράφει: « Είναι προφανές ότι και η θεά και οι θεές αποτελούν πραγματικότητα για τις φεμινίστριες του πνευματικού φεμινισμού.» Μια από τις συμμετέχουσες είπε:  «Δέν κάνω τέτοιες διακρίσεις, δέν έχουν νόημα για μένα. Μπορείς να πεις  η Μεγάλη Θεά και αυτή είναι η μία Θεά, αλλά είναι και όλες οι άλλες – είναι και αυτό αλήθεια. Και βρίσκεται παντού, είναι πανταχού παρούσα.. ακόμα και με ανιμιστικό τρόπο. Νομίζω πως ορισμένα αντικείμενα μπορούν να εμπεριέχουν τη δύναμη και την ενέργεια. Λατρεύω λοιπόν τη μεγάλη θεά και είμαι πολυθεΐστρια,  πανθεΐστρια και μονοθεΐστρια» (1995:132-133)
    Αυτός ο τρόπος βίωσης και γνώσης της θεάς ταιριάζει σε πολλές γυναίκες. Σε μιά συζήτηση στο περιοδικό Ξύλο και Νερό |(Wood and Water (1996 53:2-3), ο προβληματισμός  μου για τον μονοθεϊσμό της θεάς – που είχε τον τίτλο «Η Μία ή οι Πολλές» (the One or the Many) απαντήθηκε από  την Ρουθ Γκρην (Ruth Green (1996: 54:4-7) που περιέγραψε πώς αντιλαμβανόταν η ίδια το θέμα αυτό. Αναφέρεται στη Θεά ως εκείνη που εξισορροπεί την αμφισημία που προκαλούν οι αντρικές θρησκείες, κατόπιν ως ζωοδότειρα και αρχικά επιλέγει το Εν της γυναικείας θεότητας. «Είναι η πηγή της ζωής, η μητέρα κάθε ζώντος…αυτή είναι η αντίληψη της ενότητας, το ότι όλα είναι μέρος του ίδιου πράγματος, απείρως ποικίλη αλλά αδιαχώριστη» γράφει (1996.54:9). Κατόπιν η Ρουθ περιγράφει την ποικιλότητα μέσα στη δημιουργία ως αιτία για την ύπαρξη πολλών θεαινών, που κάθε μιά τους εκφράζει και εστιάζεται σε μια διαφορετική ιδιότητα. Κάθε θεά συνδέει την «εγκόσμια ζωή» των ανθρώπων με το πνευματικό και το θείο και παρέχει ένα κέντρο με το οποίο μπορούμε να έχουμε σχέση. Στο τέλος η Ρουθ επιλέγει να αναγνωρίζει, να δέχεται πολλές θεότητες ενώ γυρεύει την  εσωτερική ενότητα που εκφράζεται ως θηλυκή. Αυτή, λέει, οδηγεί στην ανοχή και στην αποδοχή της διαφορετικότητας και συντελεί στην πιθανότητα της αρμονικής ζωής με την υπόλοιπη ανθρωπότητα και σε αρμονία με κάθε μορφή ζωής.  Να παρατηρήσουμε πως η απάντησή της εμπεριέχει μιάν αίσθηση ευρύτερου πεδίου για το άτομο: γι’ αυτήν –και για την συνέντευξη της Κύνθια Κέλλερ που ανάφερα προηγουμένως-η αντίληψη για τη θεά δέν περιορίζεται στην προσωπική πνευματικότητα, αλλά απλώνεται σε τρόπους ζωής μέσα στην κοινωνία μας και στη σχέση μας με την ποικιλία της ζωής σε τούτη τη γη.
    Πολλές γυναίκες που εμπλέκονται στην πνευματικότητα της θεάς αποκαλούνται παγανίστριες ή νεοπαγανίστριες. Οι Προύντενς Τζόουνς και Νάιτζελ Πέννικ (Prudence Jones, Nigel Pennick) μάς έχουν δώσει μια χρήσιμη περιγραφή για τη σημασία των όρων αυτών. Στην Ιστορία της Παγανιστικής Ευρώπης ( In their History of Pagan Europe (1995) γράφουν: «Στο τέλος του 20ού αιώνα έχουν αναδυθεί ξανά  ντόπιοι πληθυσμοί στην Ευρώπη, που λατρεύουν τη φύση, είναι πολυθεϊστές και αναγνωρίζουν/δέχονται  θεότητες των δύο φύλων και ενσωματώνονται στον σύγχρονο κόσμο… έχουν αφοσιωθεί στην ανακάλυψη και την αποδοχή των αξιών που θεωρούνται θηλυκές και ενσωματώνονται στη μορφή μιάς θεάς που συχνά δέν έχει ονομα και στην ιερότητα της γης που θεωρείται ότι από την αχαλίνωτη τεχνολογία.  Συνήθως στο πλάι της θεάς υιοθετείται καταστρέφεται σε αυτό το χαλαρά ορισμένο πάνθεον ένας σύντροφός της θεός της φύσης  με  αλώβητη αρσενικότητα Η μεταξύ τους ανάδραση θεωρείται ότι προσφέρει μιάν εικόνα ισότιμων, συμπληρωματικών πόλων και όχι μιάν εικόνα κυριαρχίας και ιεραρχίας.» (1995: 219/200.)  Είναι απαραίτητο να παρατησήσουμε εδώ ότι οι ευρωπαϊκές αντιλήψεις για τη Γουίκα, μιάν από τις μεγάλες παγανιστικές θρησκείες, διαφέρει από κείνες των ΗΠΑ. Στην Ευρώπη η Γουίκα προσφέρει πεδίο και για τα δύο φύλα, δέν είναι φεμινιστική και ανατρέχει σε έναν αναθεωρημένο ορισμό αυτής που συνήθως αποκαλείται «Παλαιά Θρησκεία». Στις ΗΠΑ στη Γουίκα έχει αποδοθεί  ξανά, από ορισμένους κύκλους, καινούριο περιεχόμενο  για να σχετιστεί με τη φεμινιστική πνευματικότητα (Goldenburg:1979) και συχνά ορίζεται ως αποκλειστικά γυναικεία. Και οι δύο μορφές της χρησιμοποιούν τον όρο μάγισσα –δέν έχουμε εδώ χώρο να το συζητήσουμε, αναφέρουμε μόνο ότι δέν υπάρχει ομοφωνία για τον όρο «μάγισσα».
    Επιστρέφοντας στις ιδέες που σχετίζονται με την πνευματικότητα της θεάς: Η Λυν Μέσκελ μάς προειδοποιεί για τον «βιολογισμό» και την εύνοια που δίνεται στις γυναίκες,  (Lynn Meskell 1995b:4) και η Μελίσσα Ράφαελ (Jan.1995:85-105) θέλει να εξετάσουν οι φεμινίστριες το Κακό στον κόσμο και να οικοδομήσουν μιά θεωρία που θα το αντιμετωπίζει. Μιλά για δικαιοσύνη και, από αυτήν την άποψη, πρέπει να φέρω εδώ μιάν ακόμα  μαρτυρία αλλά από πολύ διαφορεική πλευρά.
    Ο Ρίτσαρντ Γκρίγκ (Richard Grigg)  έχει γράψει για τη μεταμόρφωση της αμερικανικής θρησκείας. Τιτλοφόρησε το βιβλίο του «Όταν ο Θεός γίνεται Θεά» (When God becomes Goddess (1995).  Υποστηρίζει ότι ο Θεός έχει εγκαταλείψει τη σκηνή της Ιστορίας. Οι σύγχρονες επικοινωνίες μάς δείχνουν καθημερινά μεγάλα κακά σε κάθε μορφή να συμβαίνουν σε κάθε επίπεδο και σε ολόκληρο τον κόσμο κάνοντας ανυπόφορη την ιδέα της θεοδικίας.  Στην παραδοσιακή θρησκεία, ο Θεός έχει γίνει ιδιωτική υπόθεση: η σχέση είναι πλέον μεταξύ πιστού και θεού. Αντίθετα η φεμινιστική θεολογία βεβαιώνει  αυτό που ο Γκριγκ αποκαλεί «θεολογία της πράξης»:  το όραμα της θηλυκής θεότητας απαιτεί την απονομή δικαιοσύνης οικουμενικά, αλλά και η σχετική με αυτήν θεολογία είναι μια θεολογία της πράξης, δηλαδή μπαίνουν σε εφαρμογή, ζωντανεύουν, δραστηριοποιούνται οι δημιουργικές δυνάμεις των ανθρώπων και ταυτόχρονα οι ίδιοι οι άνθρωποι  αναδημιουργούνται από κάτι άλλο. Το Θείο, λέει,  είναι κάτι που οι άνθρωποι αποφασίζουν να «ενεργήσουν». «Ιδίως» γράφει «επειδή η Θεός είναι μιά σχέση που οικοιοποιούμαστε, το θείο ον είναι εγγενές… στο μέτρο που η κοσμική δύναμη του όντος είναι ένα από τα δομικά στοιχεία της συνειδητοποίησης ότι είναι η Θεός, μπορούμε να πούμε ότι η Θεός είναι η πηγή της ύπαρξής μας και συντηρεί την ύπαρξή μας. Η ευρύτερη σχέση είναι μια πηγή νοήματος και ένα κέντρο δράσης, μπορούμε, λοιπόν, να πούμε ότι η Θεός είναι η ζωοδοόχος πηγή της ύπαρξής μας με κείνη την πληρέστερη έννοια που περιέχει και την συνείδηση του σκοπού μας» (1995:65). Καταλαβαίνω από αυτό το απόσπασμα ότι με αυτόν τον τρόπο η Θεός παίρνει από τον Θεο΄την εξουσία να επεμβαίνει στην ιστορία και να υπηρετεί έναν στόχο μεγαλύτερο από κείνον των ατόμων. Ο Γκριγκ δηλώνει ότι αυτή η σύλληψη της Θεού είναι «το μέλλον του Θεού». Η Θεά/Θεός δέν περιορίζεται στο ατομικό και, γιά να διασωθεί ο Θεός από το ατομικό πεδίο πρέπει να αγκαλιάσει τη Θεά της φεμινιστικής θεολογίας. Εδώ ξανά η θεολογία της Θεάς νοείται ως περισσότερο από την ατομική σωτηρία ή την ατομική ενδυνάμωση: έχει σχέση με το έργο της  κάθε ανθρώπου στο σύμπαν και στην κοινότητά της. Η Θεά στη μορφή της «θεολογίας της πράξης» στέλνει τις γυναίκες στον κόσμο για να δράσουν δίκαια και να αγαπήσουν το έλεος. Δέν μπορούμε να μήν παρατηρήσουμε την ειρωνία: θα τρίζουν τα κόκκαλα των παλιών προφητών. Η Θεά ήρθε για να σώσει τον βιβλικό θεό των πατέρων μας.  
   Είδαμε πως υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι να «γνωρίσουμε» μιά θηλυκή θεότητα και να αποφασίσουμε τί εννοούμε όταν χρησιμοποιούμε τη λέξη Θεά.  Προσωπικά βρίσκω πως αυτό που ταιριάζει με τη  δική μου εμπειρίαείναι τα λόγια που αναφέρει η Κύνθια Έλλερ, ότι δέν υπάρχει αληθινός διαχωρισμός ανάμεσα στη μία και στις πολλές θεές. Στα πάνω από είκοσι χρόνια που δουλεύω στον φεμινισμό της θεάς, ο όρος Θεά χρησιμοποιείται  - και από μένα και από σχεδόν κάθε άλλη γυναίκα που γνωρίζω –    ακριβώς με την έννοια αυτή.  Τα λόγια της είναι ένας στενογραφικός τρόπος να εκφραστεί η σχέση που έχουν οι γυναίκες με το Θείο. Η Κύνθια Έλλερ έχει πει πως οι γυναίκες που της έδωσαν συνέντευξη εκφράσουν αυτό που αποκαλεί «γενναιόδωρο μίγμα θεϊσμών»  Ορισμένες άνθρωποι πιστεύουν ότι υπάρχουν διάφορες θεές που δέν έχουν σχέση μεταξύ τους, άλλες ότι η σχέση ανάμεσα στις θεές είναι στενότερη –γιά παράδειγμα ότι συναλλάζουν  ή ότι κληρονομούν τα ονοματά τους – αλλά πολλές φεμινίστριες πιστεύουν ότι υπάρχει Μία Θεά που εκδηλώνεται με πολλές μορφές. Η ¨Ελλερ σημειώνει ότι μιά γρήγορη εξέταση τριάντα περίπου τίτλων βιβλίων για τις θηλυκές θεότητες δείχνει  την κυριαρχία κάποιου τύπου μονοθεϊσμού στην υπάρχουσα πνευματικότητα: 25 τίτλοι αναφέρουν τη θεά στο ενικό, ενώ μόνον επτά είναι στον πληθυντικό (θεές). Σημειώνει ότι είναι αποκαλυπτικό το ότι ακόμα και τα βιβλία που ασκούν κριτική στον μονοθεϊσμό αναφέρουν στους τίτλους τους μιά θεά στον ενικό  (1995:133)
   Από τη δική μου πλευρά, να τί περιμένω και, αλήθεια, σε κάποιο ποσοστο επέτρεψα να συμβεί. Όταν  στον τίτλο του βιβλίου μου (1992) αναφέρθηκα στο ψάξιμο του θηλυκού στο Θείο, δέν είχα στο μυαλό μου μία ή πολλές θεές. Σ’ αυτό, πιστεύω, ίσως να βρίσκεται η απάντηση στο πρόβλημά μας και θα του αφιερώσω λίγο χρόνο.  
    Πρέπει να επιστρέψουμε στα βασικά της φεμινιστικής θεολογίας. Όλες μας σε αυτό το συνέδριο,  απ’ όπου και αν προερχόμαστε,  βρισκόμαστε εδώ διότι αμφισβητούμε – και πολλές έχουμε απορρίψει εντελώς – την παραδοσιακή θρησκευτική άποψη για τη θέση των γυναικών. Αμφισβητούμε την θέση εξάρτησης στις παραδοσιακές θρησκείες. Πολλές από μας έχουμε διαβάσει και εμπνευστεί από το έργο των φεμινιστριών θεολόγων. Τα ονόματα (Rosemary Ruether και Elisabeth Schussler Fiorenza). Μέ συγκίνησε πολύ το έργο της Φιορέντσα και έχω μοιραστεί με πολλές ενθουσιασμένες γυναίκες τη διατύπωσή της για την περιγραφή της ερμηνείας για την υποψία και την εξύμνηση. ( Eliz. Schussler Fiorenza 1984:15-18). Όπως περιγράφουν τα μαθήματα τελειοφοίτων του  BISFT/Lampeter για την εισαγωγή στη φεμινιστική, (Isherwood, L.& McEwan D.1994) αμφισβητούμε τον άντρα ως νόρμα, ως κορωνίδα, ως έκφραση του Θείου: θεωρούμε πως οι  πατέρες της εκκλησίας έβλαψαν βαθιά τα αισθήματα αυταξίας των γυναικών, ερευνούμε αυτή τη βλάβη και εξετάζουμε τις εμπειρίες μας –τις δικές μας και των άλλων γυναικών –για τρόπους να ενδυναμωθούμε ξανά. Πολλές από μάς ασχολούνται με την αναθεώρηση των παραδοσιακών θρησκειών, άλλες θεωρούν πως δέν μπορούν να παραμένουν σε αυτές.  
   Η θεά για πολλές, πάρα πολλές φεμινίστριες ολόκληρου του φάσματος –από εβραίες και χριστιανές ως βαθιά παγανίστριες – έφτασε να σημαίνει τη σχέση των γυναικών με το Θείο. Είναι Μία, είναι Πολλές, είναι εμείς, είναι εγώ, είναι εσύ, είναι η Υπέρτατη, η Μεγάλη Μητέρα των πάντων,  αλλά υπάρχει και στα ζώα, στα δάση και στους αγρούς, είναι οι βράχοι και οι πέτρες, το χορτάρι και ο θερισμός. Κάθε σπόρος σταριού είναι Εκείνη. Είναι ένα και το παν, και ολόκληρη η φύση. Είναι μία ή πολλές; Μπορούμε να το ισχυριστούμε;

No comments: